O Σαράντος Καργάκος ένας δάσκαλος του γένους, ένας σύγχρονος φιλόσοφος, ένας εκπαιδευτικός που λατρεύει την επιστήμη του, διδάσκει κάθε στιγμή και λεπτό με το λόγο του, που μαγνητίζει τον συνομιλητή του, ήταν ο προσκεκλημένος στο ράδιο Χρόνος 87,5 και την εκπομπή «πολιτικό ταγκό» για πάνω από μία ώρα σε μια συνέντευξη ποταμό που οι ακροατές ζητούσαν να συνεχιστεί και να μην διακοπεί γιατί τέτοιους μελίρρυτους φωτισμένους ανθρώπους δεν έχουν πολλές φορές την ευτυχία να απολαμβάνουν. Ο κ. Καργάκος που ήρθε στον «Χρόνο» αφού είχε ξεναγηθεί από τον Αθανάσιο Λιπορδέζη στο μουσείο Καραθεοδωρή, αφού συνεχάρη για την δημιουργία και την στήριξή του όλους τους έχοντες πρωταγωνιστικό ρόλο, μας μίλησε για όλα, καταφέρνοντας να αποτυπώσει τις δικές του προσλαμβάνουσες από το τσιγγάνικο Δροσερό μέχρι την Κομοτηνή του σήμερα και το βιβλίο του για την ελληνική γλώσσα. Επιλέγουμε απλά το να αποτυπώσουμε στον γραπτό λόγο τα όσα με εξαιρετικό αυθορμητισμό και παρρησία μας μετέφερε σε μια προσπάθεια να αποδώσουμε τον λόγιο και καθημερινό Σαράντο Καργάκο ένα μεγάλο κεφάλαιο του ελληνικού λόγου και της εκπαίδευσης.
«Πριν έρθω στην Κομοτηνή είχα μία συγκίνηση πρωτοφανή. Επισκέφθηκα γιατί μου ζητήθηκε το χωριό Δροσερό που κατοικείται από 5.000 τσιγγάνους και έχει 1.700 παιδιά. Και είδα μία όαση πολιτισμού, νηπιαγωγείο, σχολείο που μαθαίνουν τα παιδιά ηλικίας 12 μέχρι 18 και 19 και 20 ετών ελληνικά και πήγα και τους μίλησα και τους είπα ποιες είναι οι σχέσεις μου οι δικές μου οι προσωπικές με τους τσιγγάνους από τα παιδικά μου χρόνια και ακόμα τους είπα, για να τονώσω το ηθικό τους γιατί αυτοί οι άνθρωποι έχουν ένα κόμπλεξ μειονεξίας, πιστεύουν ότι είναι κατώτερης βαθμίδας άνθρωποι, δεύτερης κατηγορίας άνθρωποι, τους είπα για όνομα του Θεού. Για να το πιστέψουν κάποιοι τους υποβάλλουν και το πιστεύουν αυτό χρόνια ολόκληρα.
-Και ακούστε εδώ. Ο πρόεδρος της δημοκρατίας της Ουγγαρίας είναι τσιγγάνος, και μένουν τα παιδιά ξερά. Μετά τους λέω, μπορείτε να μου πείτε δύο ονόματα μεγάλων αγωνιστών του 1821; Τα παιδιά δειλά – δειλά, μήπως και διδάσκονται τίποτα στα σχολεία τα έρμα, μου είπαν Κολοκοτρώνης. Άλλος Καραϊσκάκης. Τους λέω, έχετε υπόψη σας ότι ο Καραϊσκάκης ήταν γύφτος; Μένουν ξεροί, κάγκελο. Τους λέω, ο Καραϊσκάκης όταν μάλωνε και μάλωνε πολύ συχνά και ήταν και αθυρόστομος, έλεγε λοιπόν…
Πράγματα τα οποία δεν τα γράφει αυτά η ιστορία. -Τα λέει η ιστορία. Τουλάχιστον εγώ δεν θα έχω αποκρύψει ποτέ και μπορούν να τα βρουν και στην ιστορία του Βλαχογιάννη και του Φωτιάδη και ό,τι άλλο θέλουν. Βέβαια εάν εννοείτε τις ιστορίες της κ. Ρεπούση και των άλλων, μην περιμένετε να τα δείτε. Πρώτον αμφιβάλλω αν υπάρχει το όνομα Καραϊσκάκης. Άλλωστε σήμερα είμαστε Ευρωπαίοι, ποιος κάθεται να ασχοληθεί με τσοκαρίες τώρα, τσαρουχοφορεμένους ανθρώπους, Καραϊσκάκη, Κολοκοτρώνη κ.α. Πέρασαν όλα αυτά, δεν βοηθάνε στην οικονομίστικη αντίληψη της ζωής, πρέπει να τα ξεχνάμε.
-Κοιτάξτε, τώρα εμείς είμαστε Ευρωπαίοι, είμαστε του σαλονιού, αυτοί είναι «λαϊκούρα». Και κατά την συμπατριώτισσά μου την κ. Γιαννάκου, ο Καραϊσκάκης όταν του έμπαινε κανένας στη μύτη έλεγε, «ναι μωρέ, είμαι γύφτος», είμαι μούλος, είμαι γιος της καλογριάς αλλά είμαι καλύτερος από εσάς». Τους το είπα δυο, τρεις φορές να το μάθουν και τους λέω την επόμενη φορά που θα επισκεφθώ το χώρο σας θέλω να δω την εικόνα του Καραϊσκάκη αλλά μάλλον θα τους την στείλω εγώ ή θα την στείλει ο Σάκης Λιπορδέζης με την φράση αυτή και με μία επιστολή του Κολοκοτρώνη ο οποίος του γράφει στην αρχή συμβουλευτικά: «Γύφτο, γύφτο, φύλαγε την ζωή σου, γιατί αν χαθείς εσύ, χάνεται η Ρούμελη». Πώς να το δώσεις αυτό ιστορικά σε αυτά τα παιδιά και να πεις ότι από ένα γύφτο κρεμόταν όλη η Ρούμελη. -Αυτό είναι θέμα του δασκάλου. Πόσοι δάσκαλοι είναι άξιοι να μεταλαμπαδεύσουν αυτές τις γνώσεις κ. Καργάκο;
-Δεν πιστεύω ότι είναι πολλοί, αλλά τους εμποδίζει το αναλυτικό πρόγραμμα του σχολείου το οποίο λειτουργεί δικτατορικά, τόσο δικτατορικά που η δικτατορία του Παπαδόπουλου ωχριούσε. Εμένα στην δικτατορία του Παπαδόπουλου κανένας δεν με εμπόδισε να πω αυτά που ήθελα να πω και στο σχολείο και στο φροντιστήριο. Βέβαια στο σχολείο δεν φτούρησα γιατί υποχρεώθηκα να παραιτηθώ στις 19 Μαρτίου του 1969 για να μην εξευτελιστώ για λόγους αξιοπρεπείας και στο φροντιστήριο όταν έκανα Καραϊσκάκη παρότι ήταν από το φροντιστηριακό μάθημα που πρέπει να είναι χρόνος ταχύτητος, με υποχρέωναν τα παιδιά να τους επαναλαμβάνω δεύτερο μάθημα Καραϊσκάκη και να τους κάνω και δεύτερο μάθημα για την άλωση του Μεσολογγίου.
Άρα ο τρόπος διδασκαλίας, η προσέγγιση με τα παιδιά, γιατί αυτά τα παιδιά που λέτε στο Δροσερό, υπάρχει και μία σημαντική προσπάθεια και της Σαμπιχά Σουλεϊμάνογλου η οποία είναι μία καταπληκτική γυναίκα, εγώ πάω πέραν των βραβεύσεων είτε από το αμερικάνικο προξενείο, είτε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αυτά εξάλλου σε πολλές συνεντεύξεις η Σαμπιχά νομίζω ότι τα βάζει σε δεύτερη μοίρα. Αυτό που καίει τους ανθρώπους, τον τόπο είναι να μάθουν την ιστορία τους, να έρθει κάποιος άνθρωπος να τους δώσει λίγο τη γνώση, το κουράγιο, να τους ανοίξει ένα δρόμο, μία ελπίδα. -Ξέρετε ότι όταν επανήλθε η δημοκρατία, η φερόμενη ως δημοκρατία γιατί εγώ δεν πιστεύω ότι έχουμε δημοκρατία, έχουμε κομματικοκρατία και μάλιστα θα έλεγα κληρονομική δημοκρατία γιατί όπως καταλαβαίνετε τρεις φαμίλιες ελέγχουν τον τόπο επί μία 50ετία και…
Ετοιμάζουν και τα εγγόνια τους και τα ανίψια τους. -Τα εγγόνια τους, τα ανίψια τους, τις θειάδες τους και τα πεθερικά τους. Τέλος πάντων. Εκείνο το οποίο εγώ πολέμησα είναι η δικτατορία του ενός και μοναδικού σχολικού εγχειριδίου. Ο Ρίτσος έχει πει ότι «το μεγαλύτερο φορτίο είναι το φως που δεν μπορείς να δώσεις». Όταν εγώ στο σχολείο του Ζηρίδη που πήγα μετά την δικτατορία, αφήνοντας τα μισά μου ποσοστά στο φροντιστήριο, θα έχετε υπόψη σας ότι είμαι συνδημιουργός του μεγαλύτερου φροντιστηρίου της Ελλάδας του «Ηρακλείτου» που είχε 4.200 παιδιά. Καταλαβαίνετε τι σημαίνει το να αφήνω τα μισά μου ποσοστά; Σημαίνει ένα ποσό τρομακτικό με το οποίο θα μπορούσαν να πληρωθούν τρεις πανεπιστημιακοί καθηγητές. Και πάω στο σχολείο του Ζηρίδη για να πάρω την αμοιβή ενός ιδιωτικού καθηγητή. Δηλαδή πενταροδεκάρες με τα μέτρα τα δικά μου τουλάχιστον εκείνης της εποχής, πιστεύοντας ότι θα έρθει μία αναγέννηση, μία ανάσταση, τότε είχα και το όραμα να δημιουργήσω την ηλεκτρονική τάξη που προσπαθούν τώρα. Για ποια εποχή μιλάμε;
-Μιλάμε για 1975-76 μέχρι και το 1979. Πώς παραιτήθηκα; Έκανα ένα μάθημα περί διαφωτισμού. Για τον διαφωτισμό είχα να πω πράγματα πολλά και την ώρα που έλεγα όλα αυτά τα ωραία, σηκώνεται ο καλύτερος μαθητής και μου λέει: Κύριε Καργάκο, αυτά χρειάζονται στις εξετάσεις; Και του λέω, «όχι». Τότε λέει δεν μας ενδιαφέρουν. Τότε τους λέω δεν σας ενδιαφέρω και εγώ και μπορείτε να βάλετε ένα κασετόφωνο εδώ πέρα που να έχει το σχολικό βιβλίο περασμένο όπως το έχει το υπουργείο Παιδείας και αντί να έχετε εμένα να έχετε το κασετόφωνο. Καταθέτω την κιμωλία, το όπλο μου ήταν πάντα η κιμωλία και πάω στον διευθυντή και υποβάλω την παραίτησή μου. Πόσοι το κάνουν αυτό κ. Καργάκο;
-Ειλικρινά θα σας πω, τόλμησαν και το έκαναν πολλοί και την πλήρωσαν ακριβά. Και την πλήρωσαν ακριβά δεν θα πω από το υπουργείο το οποίο εγώ δεν ονόμασα ποτέ υπουργείο Παιδείας, το ονομάζω πάντοτε υπουργείο Υποπαιδείας, Παραπαιδείας, Υπνοπαιδείας, Κακοπαιδείας κλπ. Ξέρετε από ποιους κυνηγήθηκα; Από συλλόγους γονέων και κηδεμόνων. Ξέρετε ότι κυνηγήθηκε καθηγητής στη Θήβα γιατί έλεγε πράγματα έξω από το σχολικό εγχειρίδιο; Εάν ο άνθρωπος αυτός είχε ένα τεράστιο πλούτο γνώσεων και ήθελε να τον μεταφέρει στα παιδιά, αυτό του το απαγόρευαν. Άρα δεν δημιουργείται η έννοια του δασκάλου σήμερα έτσι με την παιδεία όπως έχουμε.
-Όχι. Τα παλιά τα χρόνια, θα το θυμάστε και εσείς, που ακούγατε κάποιον που έλεγε εγώ τα παίρνω από την παράδοση. Σήμερα δεν λέγεται αυτό γιατί η παράδοση πλέον καταργηθεί. Τι είναι σήμερα η διδασκαλία; Η διδασκαλία είναι μία τεχνική το πώς θα μπορέσεις να απομνημονεύσεις τη συγκεκριμένη σελίδα και πως όταν θα σου βάλουν μία τέτοια ερώτηση να ξέρεις να ξεκινήσεις από την λέξη αυτή και να τελειώσεις στην λέξη αυτή. Κανονικά θα έπρεπε ένας υπουργός Παιδείας από τον 6ο όροφο, τώρα δεν ξέρω σε ποιον όροφο βρίσκεται, από τον 7ο όροφο να πέσει όπως έπεσε ο Ζαχόπουλος αλλά να πέσει όμως πραγματικά και να αφήσει την ζωή του εκεί γιατί θεωρώ ντροπή η εξεταστική επιτροπή να λέει, σωστή απάντηση είναι αυτή η οποία αρχίζει από την λέξη «και όμως» και τελειώνει «όπως θα δούμε παρακάτω»… Μα αυτή έχουν δώσει στα φροντιστήρια, γνωρίζετε καλά πώς λειτουργεί το όλο σύστημα.
-Εγώ ήμουν φροντιστής 35 χρόνια παράλληλα με την 15ετή θητεία μου στα μεγαλύτερα εκπαιδευτήρια των Αθηνών. Κάναμε μεγάλο φροντιστήριο γιατί είχαμε μεγάλους μαθητές που προέρχονται από μεγάλα σχολεία, όχι τα αριστοκρατικά. Όταν λέω μεγάλα σχολεία όλα τα σχολεία των Αθηνών και του Πειραιώς ανταγωνίζονταν ποιος θα βγάλει τους καλύτερους μαθητές. Όμως τα σχολεία δεν περιορίζονταν στο φτωχό διδακτικό. Ο καθηγητής έλεγε διαβάστε όπου θέλετε. Δεν θα μιλήσω για αρχαία ελληνικά ή ιστορία. Εγώ θα σας πω την άλγεβρα, θα πρέπει να σας πω ότι έχω συνεργαστεί και στην συγγραφή ενός βιβλίου για την άλγεβρα και την επόμενη φορά θα κάνω μία έκπληξη στον Σάκη Λιπορδέζη όταν αυτός θα περιμένει ότι θα διδάξω έκθεση στα παιδιά, οπότε θα κάνω ένα ιδιότυπο μάθημα άλγεβρας για να μπορέσουν να καταλάβουν τα παιδιά το τι σπουδαίο φιλοσοφικό και ποιητικό μάθημα είναι η άλγεβρα και τα μαθηματικά γενικότερα. Άρα εκεί που καταλήγουμε είναι θέμα δασκάλου, είναι θέμα πνευματικού ανθρώπου. Εμένα με λυπεί το γεγονός ότι σήμερα εάν επισκεφθείς ακόμα και δευτεροβάθμιες, πρωτοβάθμιες εκπαιδεύσεις, ακόμη και τριτοβάθμια, λένε ξέρετε πολλοί καθηγητές είναι ακατάλληλοι αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι γιατί έτσι λειτουργεί το σύστημα. Καλός καθηγητής είναι αυτός που διδάσκει την διδακτέα ύλη, που δεν δημιουργεί κάποια προβλήματα, που ενδεχομένως δεν έχει απόψεις λίγο ανατρεπτικές όπως έχετε και εσείς και ενοχλούν ορισμένες φορές.
-Μα δεν έχω εγώ καμία ανατρεπτική άποψη. Οι άλλοι θέλουν να διαλύσουν το πράγμα. Εάν αυτό το οποίο λέω, ότι πρέπει στα παιδιά να διδάσκουμε αυτό το οποίο είναι παιδαγωγικά ορθό με την έννοια δηλαδή ότι πρέπει από τα παιδιά να παίρνουμε τον καλύτερο εαυτό τους και όχι να δημιουργούμε στα παιδιά τον χειρότερο εαυτό τους, θα πρέπει να ξέρουν οι εκπαιδευτικοί και είναι κακό που το λέω, αυτό το οποίο έλεγε ο Μάξιμ Γκόργκι και να έχουν υπόψη τους κάποιοι περίεργοι Αριστεροί που έχουν παρουσιαστεί τον τελευταίο καιρό, Αριστεροί με κότερα, Αριστεροί με τζιπ των 45 εκ… Έχουν αλλοτριωθεί οι έννοιες στην Ελλάδα. -Κοιτάξτε, σήμερα για να βρεις δεξιό πρέπει να πας στη λαϊκή να πουλάει μαρούλια, αβγά κλπ., ενώ οι αριστεροί στην Ελλάδα πρέπει να έχουν, ο κ. Λαμπράκης, ο κ. Μπόμπολας, η κ. Αγγελοπούλου κλπ, ο κ. Κόκαλης όλοι αυτοί είναι αριστεροί. Σήμερα είναι πολυτέλεια να είσαι αριστερός στην Ελλάδα. Τώρα μπορώ να είμαι εγώ αριστερός με ένα φιατάκι κλπ.; Δεν μπορώ να σταθώ δίπλα στον άλλο ο οποίος έχει μερσεντές και κότερο.
Εγώ μπορεί να βολευτώ και με την βάρκα του φίλου μου. Λοιπόν λέω αυτό το πράγμα, ο Γκόργκι ο οποίος ήταν κατά κάποιο τρόπο το δεξί χέρι του Λένιν έλεγε, απευθυνόμενος στους δασκάλους, «να αγαπάτε τα παιδιά αλλά να έχετε την απαίτηση από αυτά να σας δείχνουν καθημερινά τον καλύτερο εαυτό τους. Πρέπει να βγάλουμε τον καλύτερο άνθρωπο». Δηλαδή ο Γκόργκι χωρίς να έχει διαβάσει τον Μένανδρο, έφθανε σε αυτό το παιδευτικό ιδανικό που έλεγε, πόσο ωραίο πράγμα είναι ο άνθρωπος όταν είναι άνθρωπος. Δουλειά μας δεν είναι να φυτρώσουμε, να σφηνώσουμε κάποιες γνώσεις στα παιδιά. Δουλειά μας είναι να δημιουργήσουμε καλύτερους ανθρώπους, να γίνουν καλοί πολίτες και όταν γίνουν καλοί πολίτες μπορούν να γίνουν καλοί πολιτικοί, καλοί επιστήμονες και καλοί επιχειρηματίες. Σε ό,τι επιλέξουν. Ακόμη πρέπει να σας πω ένα πράγμα που είναι πολύ κακό αυτό που έγινε και ξεκίνησε από τα δύο τελευταία χρόνια της δικτατορίας, η νοοτροπία πως η χειρονακτική εργασία μειώνει. Έχει περάσει σαν λογική στο σύνολο της κοινωνίας. -Βέβαια και σε αυτό φταίει και η ελληνική οικογένεια, φταίνε και τα κόμματα. Και έχω πει στους φίλους του ΚΚΕ και κάποτε στο ΚΚΕ Εσωτερικού, γιατί μιλάτε για εργατική τάξη όταν καλλιεργείτε την αντίληψη ότι να γίνεις εργάτης είναι μειωτικό. Γιατί είναι μειωτικό; Εμένα με ρώτησαν γιατί με βλέπουν και πάω στην λαϊκή κάποιοι δημοσιογράφοι, πώς είδατε κ. Καργάκο τις τιμές; Λέω πάρα πολύ τσιμπημένες, ήρθα με κάποια χρήματα αλλά δεν υπολόγισα να φύγω με τόσα λίγα χρήματα αφού πήρα λιγότερα πράγματα.
Πού το αποδίδετε αυτό; Λέω στα κηφηνεία. Τι εννοείτε μου λένε με αυτό; Λέω εκεί στα οποία φοιτά η ελληνική νεολαία, γιατί αντί να πάει στο χωράφι στέλνει ο μπαμπάς όχι τον κανακάρη ή την κορούλα του μην χαλάσουν τα χέρια τους, στέλνει τον δούλο του τον Πακιστανό, στέλνει τον δούλο του τον Ινδό και ναι μεν αυτοί μπορεί να πληρώνονται 19 ή 20 ευρώ την ημέρα, αλλά όμως όλο αυτό το ποσό μπαίνει πάνω στο προϊόν, πάνω στο κόστος και γι’ αυτό είναι ο χωριάτης και σου λέει δεν βγαίνω. Δεν βγαίνω γιατί μπορεί να είναι δικό του το χωράφι… Υπάρχει και αυτή η λογική που λέτε, υπάρχει όμως και άλλη λογική κ. καθηγητά η οποία έχει να κάνει με κάποιο παιδί που σπουδάζει, κάνει το μεταπτυχιακό του, το διδακτορικό του, ξοδεύει μία ολόκληρη περιουσία ένας γονέας και έρχεται και λέει είμαι η γενιά των 700 ευρώ. Ψάχνει να βρει μία δουλειά μέσα στο σύστημα που υπάρχει, συνήθως λένε μερικοί έτσι αριστεροί όπως λέτε, να συνδέεται το πανεπιστήμιο με την εργασία, με τους χώρους… -Αυτό δεν το δέχονταν κάποτε. Όταν το έγραψα εγώ κάποτε χαρακτηρίστηκε φασιστικό.
Γιατί μία παιδεία η οποία δεν έχει σχέση με την κοινωνία, με την ζωή, με την παραγωγή, είναι μία παιδεία σωστή κ. καθηγητά; -Όχι δεν είναι καθόλου σωστή και επίσης πρέπει να σας πω πως όταν έγραψα πως η Ελλάδα αυτή την στιγμή παράγει ένα ψευτοεπιστημονικό δυναμικό το οποίο είναι αδύνατο να διαθρέψει γιατί αυτοί οι επιστήμονες βγαίνουν όχι για να κάνουν επιστήμη μόνοι τους, αλλά για να διοριστούν στο κράτος. Δηλαδή παράγουμε επιστήμονες που μόνο δημόσιοι υπάλληλοι μπορούν να γίνουν. Μα εκεί αναγνωρίζεται και η αξία ενός διπλώματος, γιατί ο ιδιωτικός τομέας πρέπει να αποδείξεις την αξία σου. -Φυσικά. Εγώ δεν το θέλω έτσι, το θέλω διαφορετικά. Εγώ θέλω να βγαίνουν από τα πανεπιστήμια παιδιά τα οποία θα τολμούν να κάνουν επιχειρήσεις. Όχι να πάνε να γίνουν υπάλληλοι. Τι λένε τα παιδιά γι’ αυτό; Είστε δάσκαλος, τα παιδιά όπως τα προσεγγίζετε εσείς σήμερα;
-Φοβούνται, τα παιδιά τα παιδιά αυτά είναι φοβισμένα, γιατί το σχολείο δεν τους έμαθε να αναπτύσσουν μαθησιακή πρωτοβουλία. Εμείς είμαστε ένα λαϊκό σχολείο στο Αιγάλεω απέναντι από το μπαρουτάδικο, τελειώσαμε μία τάξη και λέγαμε, τελειώσαμε 32 παιδιά από τα 82 που είμαστε στην δευτέρα τάξη που πήγα εγώ και όταν ήρθε η στιγμή είπαμε, εγώ θα πάω να δώσω σε εκείνη την σχολή και ο καθένας έλεγε εάν δεν μπω θα πάω στο μπαρουτάδικο. Δεν το θεωρούσαμε ντροπή. Έτυχε λοιπόν να μπούμε οι 25 σε ανώτατες σχολές, για πρώτη φορά συνέβη λαϊκό σχολείο της Αθήνας να δώσει 25 παιδιά σε ανώτατες σχολές, ξεπεράσαμε το Βαρβάκειο και φυσικά το κολέγιο και ένας εξ αυτών δεν πήγε καλά στη ζωή του, έγινε καπετάνιος και παρότι έχει την δική μου ηλικία, 72 ετών, εξακολουθεί να εργάζεται ως αρχιπλοίαρχος στον Πειραιά και ο χειρότερος μαθητής τον οποίο τον λέγαμε αλήτρα, αυτός ο καημένος απλώς πήγε και έγινε εφοπλιστής. Θέλω να πω ότι τολμούσαμε να κάνουμε πράγματα τα οποία δεν τολμά να κάνει το σημερινό παιδί. Σας οδηγούσε όμως σε αυτά η φτώχεια, η ανέχεια, οι δυσκολίες της ζωής που έπρεπε να ξεφύγετε από ένα περιβάλλον.
-Είμαστε παιδιά της κατοχής. Τα παιδιά όμως αυτά είναι παιδιά χαϊδευμένα, τα χάλασαν οι γονείς γιατί τους προσέφεραν περισσότερα από όσα έπρεπε να τα προσφέρουν και τα χάλασε και το σχολείο, τα χάλασε και ο κομματισμός, γιατί το κράτος παρουσιάζεται σαν Άγιος Βασίλης και τα παιδιά πιστεύουν ότι έχουν δικαιώματα χωρίς να έχουν υποχρεώσεις. Δεν έχουν μάθει τα παιδιά στο σχολείο και στην οικογένεια ότι τα δικαιώματα είναι υστερόγραφο στην διακήρυξη των καθηκόντων. Σήμερα το σχολείο έχει συνήγορο για τα δικαιώματα του μαθητή, δηλαδή η ελληνική πολιτεία, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μιλάει για καθήκοντα. Η μόνη σε ένα σχολείο που έγινε έρευνα από μία φίλη καθηγήτρια που μίλησαν για καθήκοντα, ότι έχουμε καθήκον απέναντι στην οικογένειά μας, απέναντι στον τόπο που μας συντηρεί ήταν κάτι Αλβανόπουλα γιατί από την οικογένειά τους είχαν μάθει ότι έχουν υποχρεώσεις απέναντι στον παππού, στην γιαγιά, στη μάνα, στον πατέρα αλλά και στην πατρίδα. Είναι αυτή η γενιά που λέμε η πολυπολιτισμική και πολλοί κάνουν το ερώτημα και λένε το εξής. Θα απορροφηθούν αυτά τα παιδιά; -Όχι όλοι. Είστε κ. Καργάκο από τις φωνές που θέλουμε να ακούμε.
-Μην ξεχνάτε ότι ήμουν δάσκαλος και ως δάσκαλος κρατάω ακόμη αυτή την ιδιοτροπία. Όταν κάνω μάθημα στην Αθήνα στο πανεπιστήμιο, στο λαϊκό πανεπιστήμιο της εταιρείας φίλων του λαού, παρακολουθούν παιδιά από ηλικίας 18 μέχρι 88 ετών, εγώ τους λέω όλους «παιδιά μου». Όταν κάνω μάθημα στην ΣΕΘ που είναι ανώτεροι αξιωματικοί, δηλαδή από τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη και του αντιπλοιάρχου, τους λέω «παιδιά μου». Δεν μπορώ να συνηθίσω να τους λέω διαφορετικά, κύριοι κλπ. Για μένα είναι παιδιά. Να μην καταχραστώ όμως τον χρόνο σας κ. Καργάκο, αλλά να μιλήσουμε για το βιβλίο σας «Ελληνική παιδεία, ένας νεκρός με μέλλον».
-Πρώτα πρέπει να ευχαριστήσω το ίδρυμα για την τρίτη πρόσκληση που μου κάνει, αλλά είναι η πρώτη φορά που το ίδρυμα με καλεί στην Κομοτηνή ενώ παλαιότερα με καλούσε η εταιρεία Παιδαγωγικών Επιστημών του Αλέξανδρου Καζαντζή και εκεί πρέπει να σας πω ότι για πρώτη φορά μίλησα, είναι καταγεγραμμένο αυτό, για την δημιουργία Αρσακείου στην Κομοτηνή το οποίο θα γίνει και που εκφράζω την ευχή κάποτε διευθυντής να έρθει ο γιος μου ο οποίος είναι καθηγητής στο Αρσάκειο, όταν θα έχει ολοκληρωθεί και θα έχει αποκτήσει και τα σχετικά χρόνια. Το βιβλίο μου έχει έναν περίεργο τίτλο «Ελληνική παιδεία, ένας νεκρός με μέλλον». Αυτή την στιγμή πραγματικά η ελληνική παιδεία είναι ένα πτώμα, χάρη στο οποίο εξασφαλίζουν μέλλον εκείνοι οι οποίοι την νεκροποίησαν και εκείνοι οι οποίοι ψωμίζονται όπως οι ύαινες από το ψοφίμι για να μπορούν να κάνουν αυτοί μία άνετη ζωή. Το προσωπικό τους μέλλον, γιατί για το μέλλον της παιδείας…
-Γι’ αυτό ούτε τους νοιάζει, ούτε τους ενδιαφέρει. Γνώρισα 13 μεταρρυθμίσεις και μία που έρχεται 14, που όλες κατέληξαν απορρυθμίσεις. Γνώρισα προσωπικά 40 υπουργούς της Παιδείας, απογοήτευση και πάλι απογοήτευση και ξανά απογοήτευση. Σε κάθε υπουργό που αναλάμβανα έστελνα ένα υπόμνημα το οποίο συνήθως εφιλοξενείτο στο καλάθι των αχρήστων. Μόνο στο νυν υπουργό πλέον δεν έστειλα γιατί έχω πάρει την απόφαση να σταματήσω να μιλάω για την παιδεία. Πρέπει όμως να πω και το εξής, ότι υπάρχει και ένας συμβολισμός στην φράση αυτή. Ένας νεκρός με μέλλον και θέλω να πω… Οξύμωρο είναι αυτό κ. καθηγητά.
-Δεν είναι καθόλου οξύμωρο και θα σας πω το εξής. Εάν θαύματα γίνονταν στο παρελθόν, γιατί να μην γίνουν στο παρόν και γιατί να μην γίνουν και στο μέλλον; Θα πω ότι πριν από λίγες μέρες γιορτάσαμε την Ανάσταση του Κυρίου. Μία εβδομάδα πριν εορτάσαμε την Ανάσταση του Λαζάρου. Οι δυνατότητες για την ανάσταση υπάρχουν γιατί μέσα στην παιδεία μας υπάρχουν δάσκαλοι και καθηγητές που δίνουν την ψυχή τους παρότι πληρώνονται με ψιχία, για να αιματοδοτούν την αναιμική μας παιδεία. Υπάρχουν και εκτός της παιδείας άνθρωποι οι οποίοι μπορεί και αυτοί να προσφέρουν τα φώτα τους εάν τους αφήσουν. Τους δίνεται η δυνατότητα να προσφέρουν; -Όχι γιατί αυτό που έφαγε την παιδεία είναι ο κομματισμός, όπως ο κομματισμός έφαγε και τα κόμματα και το κακό είναι ότι κάνουν κάθε φορά διακομματική επιτροπή ενώ θα έπρεπε εάν είχαν πόνο για την πατρίδα να κάνουν υπερκομματική που να μην έχουν δεσμεύσεις τα μέλη της επιτροπής από κόμματα και να πουν ότι εμείς θα προχωρήσουμε στην χάραξη όχι κομματικής παιδείας. Σας ευχαριστούμε θερμά κ. Καργάκο.
|