Συμμαχία της Ιδιωτικής Εκπαίδευσης

Ξεκίνησε την άτυπη και διερευνητική λειτουργία της η Συντονιστική Επιτροπή της Ιδιωτικής Εκπαίδευσης με τη συμμετοχή όλων των φορέων της. Αυτονόητη η συμμετοχή των Φροντιστών και αναγκαία η δημιουργία του μετώπου καθώς στο επόμενο διάστημα θα αναμετρηθούν ξανά οι λογικές του κρατισμού με τις δυνάμεις του ιδιωτικού τομέα στην εκπαίδευση. Η προσπάθεια για μην βαλτώσει, όπως τότε στο τέλος της δεκαετίας του 90, απαιτεί την ευρυγώνια οπτική της υπέρβασης των στενών συντεχνιακών συμφερόντων. Το γράφω και το λέω γιατί τότε κάποιοι δικοί μας φροντιστές γνωστοί για τη διαχρονική τους γκρίνια μιλούσαν για διαφορετικά συμφέροντα και «καπέλα». Ελπίζω μια δεκαετία αργότερα η ζωή να μας έκανε σοφότερους. Σε κάθε περίπτωση η ισχύς εν τη ενώσει. Αν τότε είχε καρποφορήσει η προσπάθεια πολλά δεινά θα είχαν αποφευχθεί. Πάντως δεν μπορώ να ξεχάσω εκείνες τις γραφικές απόψεις μερικών που επέτρεπαν στον εαυτό τους και για τον εαυτό τους την ιδιωτική συνιστώσα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αλλά έπεσειαν την απειλή των κολεγίων και μιλούσαν για ψηφίσματα υπέρ της κρατικής τριτοβάθμιας. Ασφαλώς και απαιτούνται οριοθετήσεις όμως η ζωή δίνει πάντα τις δικές της απαντήσεις. Όσα ιδιωτικά σχολεία επιχείρησαν κάποτε να προσθέσουν στο πρωινό τους πρόγραμμα το απογευματινό φροντιστήριο απέτυχαν παταγωδώς. Οι ρόλοι είναι διακριτοί και σε κάθε περίπτωση η συνεργασία επιλύει τις διαφορές και επιβάλλει κανόνες. Η ιδιωτική παιδεία στο σύνολό της έχει μέλλον καθώς ζούμε το τέλος του ελληνικού αριστεροδεξιού κρατισμού. Δείτε το Σάββατο στον Κόσμο του Επενδυτή ένα σχετικό άρθρο του υπογράφοντος στη φιλόξενη σελίδα της παιδείας στην οποία μια δεκαετία τώρα οι φροντιστές με μηνιαία συχνότητα έχουν βήμα. Ελπίζω και ο Θανάσης των Iδιωτικών Σχολείων να έβαλε νερό στο κρασί του.

 

 

Αιώνιοι… οι Μισοί Φοιτητές

Κάτι δεν πάει καλά στα πανεπιστήμια μας λέει ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ. Γρηγόρης  Καλφέλης καθώς το 50% των φοιτητών μας είναι αιώνιοι… Δείτε το άρθρο του στα σημερινά Νέα.
 

Η οικονομία μας κλυδωνίζεται γιατί πολλοί αδιάντροποι φοροφυγάδες δεν πληρώνουν φόρους, αλλά εκτός από την οικονομία μας φαίνεται ότι υπάρχει και ένας γενικότερος αξιακός εκφυλισμός, αφού και τα πανεπιστήμιά μας δεν πηγαίνουν καθόλου καλά.

Γιατί το λέω αυτό; Γιατί προς τα τέλη του Δεκεμβρίου αποκαλύφθηκε από τη Στατιστική Υπηρεσία ένα έντονα απωθητικό μέγεθος. Για ποιο πράγμα μιλάμε; Από τους 596.000 φοιτητές των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ οι 300.000, δηλαδή σχεδόν οι μισοί, είναι μη ενεργοί, είτε γιατί έχουν εγκαταλείψει οριστικά τις σπουδές τους είτε γιατί έχουν καθυστερήσει σημαντικά να πάρουν το πτυχίο τους!

Και έτσι αγγίζουμε την περίφημη έννοια των αιώνιων φοιτητών, που σίγουρα δεν κολακεύει την εκπαιδευτική διαδικασία της χώρας μας.

Και πριν παραθέσω τις δικές μου απόψεις γι΄ αυτό το αρνητικό φαινόμενο, θα ήθελα να πω ότι η ύπαρξη και μόνο του παραπάνω μεγέθους υποδηλώνει σαφώς ότι ούτε το πολιτικό προσωπικό του τόπου μας- που ενδιαφερόταν μόνο για τα προσωπικά του συμφέροντα- ούτε τα πανεπιστήμια υιοθέτησαν την άποψη του φημισμένου Αμερικανού οικονομολόγου L. Τhurow, δηλαδή ότι οι γνώσεις και οι δεξιότητες των ανθρώπων θα είναι το μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα των κοινωνιών του 21ου αιώνα (L. Τhurow, «Τhe Future of Capitalism»).

Ύστερα από αυτά, θα πρέπει να αναφέρω ότι υπάρχει καταρχάς ένα σοβαρό θεσμικό πρόβλημα, αφού στις περισσότερες σχολές η παρακολούθηση δεν είναι δυστυχώς υποχρεωτική και έτσι τα νέα παιδιά διολισθαίνουν σιγά σιγά σε μια «υπαρξιακή χαλαρότητα».

Εγώ δεν θα υιοθετήσω τη θεωρία των «τεμπέληδων», αλλά κάτι πρέπει να αλλάξει επειγόντως σε αυτό το επίπεδο, γιατί χωρίς καθημερινή και ελεγχόμενη παρακολούθηση δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για σοβαρό πανεπιστήμιο, εκτός και αν ενστερνιστούμε ακατανόητα τη λογική του Fernuniversitaet, δηλαδή του δι΄ «αλληλογραφίας ή εξ αποστάσεως εκπαιδευτικού ιδρύματος», που πρέπει να υφίσταται μεν αλλά μόνο ως εξαίρεση και όχι ως κανόνας.

Έτσι, η χαλαρότητα οδηγεί σταδιακά στην εγκατάλειψη των σπουδών. Όμως υπάρχει και ένας άλλος σοβαρός λόγος, από μια άλλη πλευρά, που εξηγεί το φαινόμενο των αιώνιων φοιτητών. Και αυτό λέγεται απογοήτευση ή το να νιώθεις το φρικτό συναίσθημα ότι είσαι εκ των προτέρων απόβλητος σε μια αγορά που είναι πολλαπλώς κορεσμένη.

Για να το πω με απλούστερα λόγια: τι ενθουσιασμό μπορεί να έχει για το μέλλον του ένας φοιτητής της Νομικής όταν η Θεσσαλονίκη έχει 11.000 δικηγόρους και η Αθήνα πάνω από 20.000;

Κατά συνέπεια, πώς είναι δυνατόν με τους παραπάνω όρους να φανταστούν τα νέα παιδιά μια μελλοντική ζωή με κάποιο αξιοπρεπές εισόδημα; Και αυτό αποκαλύπτει ταυτόχρονα την απαράδεκτη έλλειψη ενός σοβαρού προσανατολισμού για τα επαγγέλματα που έχουν ζήτηση (κάτι πρέπει να αλλάξει ριζικά και σε αυτό το επίπεδο).

Επιπλέον, οι φτωχοί γονείς δύσκολα καταφέρνουν να πληρώνουν τις οκτώ ή εννιά χιλιάδες ευρώ που απαιτούνται κάθε χρόνο για να σπουδάσει το παιδί τους εκτός κατοικίας του. Έτσι, αρκετοί φοιτητές δουλεύουν για να τα βγάλουν πέρα και αυτό οδηγεί σε μερική εγκατάλειψη των σπουδών.

Όμως κάποτε πρέπει, επιτέλους, να γίνουν ορισμένες αξιόπιστες μελέτες που να μας δείχνουν πόσοι πραγματικά εργάζονται ώστε να μη χρησιμοποιείται παραπλανητικά αυτό το μέγεθος για να νομιμοποιηθεί η αντιπαραγωγική ζωή ενός τμήματος του φοιτητικού πληθυσμού και για να δίνονται δημόσιες υποτροφίες ή να γίνονται άλλες θεσμικές διευκολύνσεις σε αυτούς που πράγματι τις έχουν ανάγκη.

Αν μέσα σε όλα αυτά λάβει κανείς υπόψη του και τον άρρωστο κομματισμό που επικρατεί στα πανεπιστήμια (οι παρατάξεις κάνουν τα πάντα και διαπραγματεύονται με τους πρυτάνεις), τότε θα έχει κάπως προσεγγίσει αυτό το παράδοξο φαινόμενο των αιώνιων φοιτητών, που δεν τιμά τον εκπαιδευτικό κόσμο, αλλά που πάντως υπάρχει και σε άλλες χώρες, όπως δείχνει δυστυχώς και μια πρόσφατη μελέτη για το μεγάλο κρατικό Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στην Αμερική («Νytimes», «State Universities Want Μore Students to Graduate», 28/1/2010).

Ποιο είναι το συμπέρασμα; Πρέπει να μειωθούν οι αιώνιοι φοιτητές γιατί είναι ένα μέγεθος που καταστρέφει τη γνώση και μειώνει έντονα την αποδοτικότητα των ελληνικών πανεπιστημίων.

 

 

 

Εκεί Όπου Τελειώνει η Λογική Αρχίζει η Δημόσια Παιδεία!

Αποκαλυπτικό άρθρο του Στέφανου Κασιμάτη  αναφορικά με το Κρατικό Πανεπιστήμιο. (kassimatis@kathimerini.gr)

Το λέγαμε για τον στρατό, όταν υπηρετούσαμε τη θητεία μας. Εδώ και καιρό όμως (και μάλιστα αφότου η στρατιωτική θητεία εξελίχθηκε σε μία παραλλαγή του προσκοπισμού, εξίσου άκακη και αβλαβή με το πρωτότυπο…) το βασίλειο του παραλόγου έχει πλέον εγκατασταθεί στα -κατ’ ευφημισμόν- Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας.

Ακούστε το εξής: Υπουργός Παιδείας τηλεφωνεί σε πρύτανη πανεπιστημιακού ιδρύματος της επαρχίας και του προτείνει την πραγματοποίηση μιας εκδήλωσης σε χώρο του πανεπιστημίου του. Αυτός ενθουσιάζεται με την ιδέα, προτού όμως δεσμευτεί οριστικά, διατυπώνει μια επιφύλαξη ως προς τους… ανωτέρους του: «Θα σας απαντήσω οριστικά σε δύο ώρες. Πρέπει πρώτα να συνεννοηθώ με τα ΕΑΑΚ». (Εδώ είναι απαραίτητη μία παρέκβαση: ΕΑΑΚ είναι η φοιτητική παράταξη, που ενώνει διάφορα γελοία κομματίδια της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, με εξωτικές επωνυμίες. Μολονότι οικτρή μειοψηφία, κατορθώνουν να επιβάλλουν τη θέλησή τους στην καθημερινότητα της πανεπιστημιακής ζωής, επειδή κραυγάζουν πιο δυνατά και, ενίοτε, δέρνουν κιόλας…)

Πράγματι, σε δύο ώρες ο υπουργός δέχεται το τηλεφώνημα του πρύτανη: «Είμαστε εντάξει! Τα ΕΑΑΚ δεν έχουν αντίρρηση». «Α, οπότε προχωρούμε με την εκδήλωση», του λέει ο υπουργός. «Οριστική απάντηση θα σας δώσω αύριο», αποκρίνεται ο πρύτανης. «Αφού θα έχω ρωτήσει και την ΚΝΕ». Κατόπιν τούτου, ο υπουργός, σκεπτόμενος προφανώς ότι δεν άξιζε τον κόπο να χαραμίζει τον χρόνο του όπως ο πρύτανης, ξέχασε τα σχέδια για την εκδήλωση και πήγε παρακάτω.

Αυτή είναι, δυστυχώς, η πραγματικότητα στα σημερινά πανεπιστήμια. Ο θεσμός ο οποίος, κατ’ εξοχήν, εγγυάται την κοινωνική ανέλιξη με αξιοκρατικά κριτήρια, έχει καταντήσει σήμερα άθυρμα στα χέρια στυγνών κομματικών υπαλλήλων. Οι τελευταίοι επικαλούνται δημοκρατικά ιδεώδη -το άσυλο, την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και άλλα ηχηρά παρόμοια- με τα οποία εννοούν το ακριβώς αντίθετο από το νόημα των λέξεων που χρησιμοποιούν. Περισσότερο και από τα αφεντικά τους στα κομματικά αρχηγεία, επιβεβαιώνουν το συμπέρασμα του Τζορτζ Οργουελ στο δοκίμιό του «Η πολιτική και η αγγλική γλώσσα» – ισχύει για κάθε γλώσσα: «Η πολιτική γλώσσα -και αυτό ισχύει, με παραλλαγές, για όλα τα πολιτικά κόμματα, από τους Συντηρητικούς ώς τους Αναρχικούς- είναι σχεδιασμένη για να κάνει τα ψεύδη να ακούγονται αληθινά, τον φόνο αξιοσέβαστη πράξη και για να δίνει μια εικόνα στερεότητας στον απλό αέρα».

Μικρή σημασία έχει αν ο υπουργός του περιστατικού στην αρχή του σημειώματος είναι της σημερινής κυβέρνησης ή κάποιας από τις προηγούμενες – πολλά χρόνια τώρα η κατάσταση στα πανεπιστήμια είναι αυτή. Μεγαλύτερη σημασία, νομίζω, έχει ότι σήμερα φαίνεται πως (μετά τη θλιβερή παρένθεση Ευριπίδη Στυλιανίδη και Αρη Σπηλιωτόπουλου) η Αννα Διαμαντοπούλου επιχειρεί να πιάσει το νήμα από εκεί όπου το άφησε η Μαριέττα Γιαννάκου.

Στη σύνοδο των πρυτάνεων, που έγινε τον περασμένο Δεκέμβριο υπό την προστασία των ΜΑΤ στο Τεχνολογικό Πάρκο του Λαυρίου (δηλαδή μακριά από το κέντρο της πρωτεύουσας, αλλά σε χώρο τύποις «πανεπιστημιακό»), η Διαμαντοπούλου έθεσε το ερώτημα στους πρυτάνεις, αν θα ήθελαν να πραγματοποιηθεί η επομένη σύνοδος σε κάποια από τις περίλαμπρες αίθουσες τελετών των ιστορικών ιδρυμάτων της πρωτεύουσας (για κάτι τέτοια, στο κάτω-κάτω, δεν υπάρχουν;) και όχι σχεδόν εν κρυπτώ σε απόσταση 50 χιλιομέτρων από την Αθήνα, λες και είναι σύνοδος του G8. Απαντες απεδέχθησαν την πρόταση ασμένως.

Ωστόσο, μόλις το υπουργείο ξεκίνησε την απαραίτητη προεργασία, μόλις δηλαδή ζήτησε από τους πρυτάνεις να ορίσουν επακριβώς τα όρια του «ασύλου» (τα οποία -είτε το πιστεύετε είτε όχι- σήμερα είναι «φλου»…) αμέσως αντέδρασαν οι πρυτάνεις των δύο πλέον ιστορικών ιδρυμάτων της χώρας. Ο μεν κ. Κ. Μουτζούρης του Μετσοβίου απέρριψε την πρόταση ως «θεατρική κίνηση», ο δε κ. Δημοσθένης Ασημακόπουλος του Καποδιστριακού ως ανέφικτη. Δεν μπορούμε να το κάνουμε, ισχυρίσθηκε, ανερυθρίαστα, σε συνέντευξή του ο δεύτερος, επειδή το πανεπιστήμιο έχει 418 κτίρια και είναι αδύνατον! Ερωτώ: Ποιος θα ανεχόταν έναν αξιωματούχο από τον οποίο ζητείται να κάνει το καθήκον του και εκείνος απαντά ότι δεν μπορεί επειδή… είναι δύσκολο; Και απαντώ: Οι εκλέκτορες που τον εψήφισαν, δηλαδή οι υπάλληλοι των κομμάτων: Ολοι αυτοί που παίρνουν πτυχία, χωρίς καν να πατάνε το πόδι τους στις αίθουσες διδασκαλίας· κι έπειτα τους ανεχόμαστε στη Βουλή να μας το παίζουν «οικονομολόγοι», «πολιτικοί επιστήμονες», «νομικοί» ή δεν ξέρω ’γω τι άλλο.

Ο νόμος της Γιαννάκου έχει μια σοφή πρόβλεψη: Αποκλείει την επανεκλογή του πρύτανη για δεύτερη θητεία. Υποψιάζομαι ότι αυτό ενοχλεί τους αντιδρώντες: Γι’ αυτό πιέζουν. Κατάπιαν τόσους εξευτελισμούς για να γίνουν στον χώρο τους «μικροί Τσοχατζόπουλοι»! (Ξέρετε, να μην δείχνουν ταυτότητα στο αεροδρόμιο…) Να μην απολαύσουν την ηδονή της εξουσίας λίγο περισσότερο; Να είναι τόσο σύντομη όσο ένας οργασμός; Δεν αντιλαμβάνονται, όμως, το τίμημα της ματαιοδοξίας τους. Ας ρωτήσουν τον Χρήστο Κίττα, που δοκίμασε τη βία των κουκουλοφόρων και κόντεψε να το πληρώσει με τη ζωή του. Ας τον ρωτήσουν πώς αισθάνεται σήμερα, που ξεκίνησε ως καλοπροαίρετος και κατέληξε δαρμένος κακομοίρης.

Βαρύτερο όμως είναι το τίμημα για την κοινωνία μας. Για όλα αυτά τα παιδιά και τους γονείς τους, που αφού κάνουν το σχολείο δύο φορές (οι ώρες των σχολικών μαθημάτων συν των φροντιστηρίων), αφού το πληρώσουν οι γονείς τους δύο φορές (οι φόροι συν οι φροντιστές), υποχρεώνονται μετά να υποστούν την εξαχρείωση μιας ανώτατης εκπαίδευσης, που μόνη χρησιμότητα έχει τον διορισμό στο Δημόσιο. Αυτή η γελοία κατάσταση δεν αποβαίνει προς όφελος μιας καλύτερης κοινωνίας, όπως πιστεύουν οι ηλίθιοι που τη στηρίζουν. Αποβαίνει προς όφελος των πλουσίων, που μπορούν να εξασφαλίζουν εξ αρχής στα παιδιά τους καλύτερη εκπαίδευση. Εν τέλει. όμως, αποβαίνει εις βάρος όλων μας. Γιατί τι αξία έχει η μόρφωση όταν σε αποκόπτει από την υπόλοιπη κοινωνία; Και είναι αυτή η χρεοκοπία που προσωπικώς με πονάει περισσότερο από την οικονομική…