Ο υφυπουργός Παιδείας Γιάννης Πανάρετος μιλά στη City Press και τον Δημήτρη Χρυσικόπουλο για τις αλλαγές που κυοφορούνται στο σύστημα εξετάσεων, για τα λάθη στο σχεδιασμό των υποδομών της ανώτατης εκπαίδευσης και για τις ανατροπές που θα χρειαστούν ώστε να αποκτήσει η Ελλάδα διεθνώς ανταγωνιστικά πανεπιστήμια.
Ερώτηση: Κατά τη δημοσιοποίηση των φετινών βάσεων εισαγωγής στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ παρατηρήσατε δυσλειτουργίες στο σύστημα πρόσβασης και προαναγγείλατε αλλαγές. Ποια είναι τα προβλήματα που διαπιστώσατε και ποιες οι λύσεις που προκρίνετε;
Απάντηση: Τα προβλήματα είναι πολλά. Μερικά από αυτά μπορούν να λυθούν άμεσα, άλλα δεν είναι τόσο εύκολα. Είναι προφανές ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί η σημερινή κατάσταση, όπου οι εξετάσεις αρχίζουν στις αρχές Μαΐου και τελειώνουν στο τέλος Σεπτεμβρίου. Αυτό δεν αφορά μόνο τη χρονική διάρκεια, αλλά και την ισότητα των ευκαιριών, που πρέπει να διέπει το σύστημα εισαγωγής. Δεν μπορεί επίσης να υπάρχουν τόσες διαφορετικές εξετάσεις για να αξιολογήσουν ανθρώπους που έχουν τον ίδιο στόχο.
Στην κατεύθυνση αυτή, τα πράγματα που μπορούν να γίνουν άμεσα είναι η κατάθεση των μηχανογραφικών δελτίων να γίνεται το Μάρτιο από όλους τους υποψηφίους, καθώς, με το μεγάλο αριθμό τμημάτων που δηλώνονται σήμερα, ο σκοπός για τον οποίο η υποβολή των μηχανογραφικών μεταφέρθηκε μετά την ανακοίνωση των βαθμολογιών δεν εξυπηρετείται. Επίσης, μπορεί να προωθηθεί η κατάργηση των ξεχωριστών εξετάσεων για τους ομογενείς και να γίνει αλλαγή των προϋποθέσεων εισαγωγής των υποψηφίων αλλοδαπών. Τόσο οι ομογενείς όσο και οι αλλοδαποί, αλλά και όποιες άλλες κατηγορίες, εισάγονται με ειδικές εξετάσεις και διαφορετικούς τρόπους, θα πρέπει να υπαχθούν στο γενικό σύστημα, διεκδικώντας την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με ειδικά ποσοστά. Μια σημαντική αλλαγή, που δυστυχώς δεν μπορεί να γίνει άμεσα, αλλά είναι απαραίτητη και θεωρώ ότι θα αλλάξει πολλά πράγματα στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, είναι αυτή που αφορά την εξεταστέα ύλη. Σήμερα, η ύλη αυτή καθορίζεται όχι μόνο με βάση όσα θα πρέπει να έχουν διδαχθεί οι μαθητές στο λύκειο, αλλά και με αποκλειστική αναφορά στο εγκεκριμένο σχολικό εγχειρίδιο! Δεν είναι δυνατόν οι μαθητές να απομνημονεύουν ακόμα και τις λέξεις ενός βιβλίου από το φόβο ότι η χρήση μιας διαφορετικής λέξης μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερη βαθμολογία. Το πρόβλημα αυτό βρίσκεται στην καρδιά της αδυναμίας του σημερινού εξεταστικού συστήματος, που ανάγει την αποστήθιση και την παπαγαλία σε καθοριστικό στοιχείο του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
Ερώτηση: Παρ’ ότι φέτος καταργήθηκε η βάση του δέκα, και πάλι υπήρξαν χιλιάδες κενές θέσεις σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Πού αποδίδετε αυτό το φαινόμενο;
Απάντηση: Σε διαχρονικά λάθη σχεδιασμού. Έχουν ιδρυθεί άκρως εξειδικευμένα τμήματα σε λάθος αντικείμενα, χωρίς αυτά να έχουν απήχηση ούτε στους υποψηφίους ούτε στην αγορά. Ήταν επίσης λάθος η έμφαση στην ίδρυση νέων τμημάτων που απαιτούν μεγάλες οργανωτικές υποδομές και προσωπικό και όχι στην διαμόρφωση ευέλικτων προγραμμάτων σπουδών. Η διαμόρφωση προγραμμάτων σπουδών, σε αντίθεση με την ίδρυση τμημάτων που απονέμουν ένα και μοναδικό πτυχίο, επιτρέπει την δυνατότητα προσαρμογής των προγραμμάτων αυτών στα νέα δεδομένα, όπως επίσης και την ευκολότερη μετεξέλιξή τους ή ακόμη και κατάργησή τους. Αντίθετα, η σύνδεση πτυχίου με τη δημιουργία τμήματος είναι ανελαστική και δημιουργεί τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα.
Ερώτηση: Ένα από τα μεγάλα εκκρεμή ζητήματα για την ανώτατη εκπαίδευση αφορά στα επαγγελματικά προσόντα πολλών ειδικοτήτων των ΤΕΙ. Σε ποια φάση βρίσκεται η διαδικασία νομοθετικού καθορισμού τους;
Απάντηση: Μετά από μακρά διαβούλευση, έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία κατάρτισης των σχεδίων των Π.Δ. Τα σχέδια αυτά έχουν υπογραφεί από εμένα και έχουν σταλεί στα συναρμόδια υπουργεία για υπογραφή. Ο ανασχηματισμός και η αλλαγή υπουργών και υφυπουργών είναι φυσικό να προκαλέσουν κάποια καθυστέρηση στην ολοκλήρωση αυτής της φάσης της διαδικασίας.
Υπάρχει όμως και άλλη μια διάσταση που πρέπει να τονιστεί: στο διάλογο που έχουμε ανοίξει με τα πανεπιστήμια, τα ΤΕΙ και τα επαγγελματικά επιμελητήρια, έχει συμφωνηθεί ότι θα πρέπει τα επιμελητήρια που υφίστανται σήμερα να διευρυνθούν για να καλύπτουν όλους τους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Θα πρέπει επίσης να δημιουργηθούν νέα επιμελητήρια σε αντικείμενα όπου δεν υφίστανται, τα οποία θα αναλάβουν την ευθύνη της αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων, αλλά και των διαδικασιών εκείνων με τις οποίες τα δικαιώματα που θα απονέμονται θα αυξάνονται ανάλογα με την αύξηση των προσόντων, είτε αυτή αναφέρεται στην ακαδημαϊκή πλευρά είτε στην επαγγελματική εμπειρία.
Ερώτηση: Από την άλλη πλευρά, τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, ιδίως τα «κεντρικά», εκφράζουν δυσφορία σχετικά με τον αριθμό των μετεγγραφών που δέχονται κάθε χρόνο. Υπάρχει σκέψη στο υπουργείο για αλλαγή του νομικού πλαισίου που τις διέπει;
Απάντηση: Οι μετεγγραφές αποτελούν μια προσπάθεια θετικής διάκρισης υπέρ συγκεκριμένων ομάδων του πληθυσμού που η πολιτεία έχει θεωρήσει ότι πρέπει να έχουν μια τέτοια ειδική μεταχείριση. Αυτή είναι η μία πλευρά του θέματος. Η άλλη είναι η καθαρά εκπαιδευτική και ακαδημαϊκή. Τα προβλήματα αυτής της δεύτερης πλευράς έχουν αναλυθεί πολλαπλώς και αναφέρονται στον πολλαπλασιασμό των φοιτητών σε πολλά τμήματα και στην ανομοιογένεια που δημιουργείται εξαιτίας της διαφορετικής απόδοσης των πρωτοετών στις πανελλήνιες εξετάσεις. Φέτος, με τη διάταξη που μόλις ψηφίστηκε στη Βουλή, κάναμε ένα πρώτο βήμα εξορθολογισμού της διαδικασίας αυτής. Το βήμα αυτό δεν είναι αρκετό. Χωρίς να καταργήσουμε τη θετική διάκριση που έχει υιοθετηθεί για την αντιμετώπιση κοινωνικών αναγκών, πρέπει να βρούμε τρόπους που θα μειώνονται, θα ελαχιστοποιούνται θα έλεγα, οι ακαδημαϊκές δυσλειτουργίες που ανέφερα. Η σκέψη που υπάρχει είναι να καθιερωθεί για όλες αυτές τις κατηγορίες ειδικό ποσοστό επί των εισακτέων σε κάθε τμήμα (ή πρόγραμμα σπουδών μελλοντικά). Με τον τρόπο αυτό και η κοινωνική διάσταση θα εξυπηρετείται αλλά και τα πανεπιστήμια θα γνωρίζουν από την αρχή τον ακριβή αριθμό των φοιτητών που θα φοιτήσουν σε κάθε ένα από τα τμήματα ή τα προγράμματά τους. Θα υπάρξει επίσης καλύτερη κατανομή στα κεντρικά ιδρύματα των φοιτητών εκείνων που υπάγονται στις διάφορες ευεργετικές διατάξεις. Τέλος, θα υπάρχει και κάτι πολύ ουσιαστικό. Τα παιδιά αυτά θα γνωρίζουν από την αρχή σε ποιο τμήμα θα φοιτήσουν και θα εγγράφονται μαζί με όλους τους φοιτητές χωρίς να περιμένουν το τέλος του πρώτου εξαμήνου -ή πολλές φορές του πρώτου έτους- για να μάθουν σε ποιο τμήμα θα καταλήξουν και θα σπουδάσουν.
Ερώτηση: Ο πρωθυπουργός έχει χαρακτηρίσει πλειστάκις την εκπαίδευση ως μείζονα μοχλό για την ανάπτυξη της χώρας. Πώς μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος αυτός;
Απάντηση: Είναι πια διεθνώς αποδεκτό ότι χωρίς ένα αξιόπιστο και σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα δεν υπάρχει ανάπτυξη. Στο τελευταίο Συνέδριο της Σύμης, όταν ο Τζο Στίγκλιτζ ρωτήθηκε για τις προϋποθέσεις ανάπτυξης της Ελλάδας, απάντησε ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ανάπτυξη χωρίς αξιόπιστη και διεθνώς ανταγωνιστική τριτοβάθμια εκπαίδευση. Για να γίνει αυτό χρειάζονται ανατροπές σε όλα τα επίπεδα του εκπαιδευτικού συστήματος. Στις ανατροπές αυτές πρέπει να προχωρήσουμε το συντομότερο δυνατό, αν θέλουμε να ξεπεράσουμε την κρίση στην οποία βρίσκεται η χώρα.