Η πιο άδικη κατηγορία κατά της διακυβέρνησης Μπάρακ Ομπάμα (Barack Obama) είναι πιθανότατα πως της λείπει το πολιτικό θάρρος. Την Κυριακή (14/3) ο Αμερικανός πρόεδρος απέστειλε στο κογκρέσο τις «θέσεις» του για τη δημόσια εκπαίδευση. Το πιο αξιοσημείωτο αυτού του κειμένου είναι η εκπεφρασμένη θέληση του Ομπάμα να συγκρουστεί με ένα από τα πιο ακλόνητα προπύργια του Δημοκρατικού κόμματος: τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών.
Το 41 σελίδων κείμενο καλείται να αντικαταστήσει το νόμο «κανένα παιδί να μη μείνει πίσω» (NCLB), που τον ψήφισε το 2002 ο πρόεδρος Μπους (Bush). Ο NCLB είχε υποστηριχτεί από τον αείμνηστο γερουσιαστή Τεντ Κένεντι (Ted Kennedy) ένα από τα εμβλήματα της προοδευτικής παράταξης, αλλά στην πράξη απέτυχε να πείσει, ιδίως την αριστερά.
Μερικές από τις αλλαγές που προτείνει ο Ομπάμα είναι προωθημένες, αλλά αναγκαίες. Αντί π.χ. της διαδικασίας δημόσιας αξιολόγησης των σχολείων, με βάση αποκλειστικά τον έλεγχο στις επιδόσεις των μαθητών του στη γλώσσα και τα μαθηματικά, προτείνεται οι εκπαιδευτικοί να αξιολογούνται και με άλλα κριτήρια, όπως π.χ. η άνοδος της συχνότητας της παρουσίας των μαθητών στα μαθήματα ή η αύξηση των ποσοστών επιτυχούς τους αποφοίτησης.
Αλλά ο πυρήνας των αλλαγών βρίσκεται αλλού, και είναι πράγματι συγκρουσιακός και αξιοθαύμαστος. Αναφέρεται στις στρατηγικές αντιμετώπισης των σχολείων που δεν έχουν καλά αποτελέσματα: συγκαταλέγονται το πλήρες κλείσιμό τους ή η απόλυση τουλάχιστο του 50% του διδακτικού προσωπικού· η συνεχής αξιολόγηση της επίδοσης των εκπαιδευτικών· η επέκταση των «καταστατικών σχολείων» (σχολείων που χρηματοδοτούνται από το κράτος, αλλά λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, επιλέγοντας εντελώς ελεύθερα το προσωπικό τους).
Στο παρελθόν όλα αυτά τα μέτρα αποδοκιμάστηκαν έντονα από τα βασικά εκπαιδευτικά συνδικάτα, την «εθνική εκπαιδευτική ομοσπονδία» (NEA) και την «αμερικανική διδασκαλική ομοσπονδία» (AFT). Αντιδρώντας στην κοινοποίηση των προεδρικών «θέσεων», η πρόεδρος της AFT Ράντι Ουαϊνγκάρτεν (Randi Weingarten) δήλωσε «έκπληκτη και απογοητευμένη», ενώ ο Ντένις Βαν Ρέκελ (Dennis Van Roekel) δήλωσε συντετριμμένος για την εμμονή της κυβέρνησης στη χρήση «σταθμισμένων τεστ προκειμένου να γίνεται διάκριση των μαθητών σε "νικητές" και "χαμένους"».
Αυτές οι αντιδράσεις είναι αδιάψευστο σημάδι πως ο Ομπάμα ακολουθεί σωστή πορεία. Τα εκπαιδευτικά συνδικάτα έχουν εδώ και πολύ καιρό κουρελιάσει την αξιοπιστία τους επιμένοντας τους να υποστηρίζουν κάθε εκπαιδευτικό, σε κάθε περίσταση και προσπαθώντας ασταμάτητα να αποδείξουν πως για τις χαμηλές επιδόσεις των σχολείων φταίνε οι πάντες εκτός από τους… εκπαιδευτικούς.
Ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Αύγουστο στο «Νιου Γιόρκερ» αποκάλυψε τα απίστευτα γραφειοκρατικά εμπόδια που έχει να αντιμετωπίσει όποιο σχολείο επιθυμεί να απολύσει έναν άχρηστο εκπαιδευτικό. Το άρθρο σημείωνε πως πριν καταφέρει το 2002 ο δήμαρχος Μάικλ Μπλούμπεργκ (Michael Bloomberg) να αναλάβει τον έλεγχο των σχολείων της πόλης, το 97% των εκπαιδευτικών αποκτούσε το καθεστώς της απασχόλησης «αορίστου διαρκείας» (στην πράξη ταυτόσημο με τη μονιμότητα) μετά από τρία μόλις χρόνια διδασκαλίας, ενώ το 99% κρινόταν «ικανοποιητικό» στις ετήσιες αξιολογήσεις. Το πόσο εκτός πραγματικότητας ήταν αυτοί οι αριθμοί το ήξερε εκ πείρας και ο τελευταίος γονέας της πόλης.
Ο Ομπάμα έχει ιστορία προσωπικής εμπλοκής με αυτά τα ζητήματα. Από τη θητεία του ως βουλευτής του Ιλινόις ήταν πάντα υποστηρικτής των «καταστατικών σχολείων». Και το 2007, όταν μόλις ξεκίναγε την προεκλογική του εκστρατεία για την προεδρία, επέλεξε να εκφράσει την υποστήριξή του προς τη διαφοροποίηση της αμοιβής των δασκάλων ανάλογα με τις επιδόσεις τους από το βήμα του (αφιλόξενου περιβάλλοντος για παρόμοιες τοποθετήσεις) συνεδρίου της NEA.
Οι θέσεις του Ομπάμα δεν προκύπτουν από την αρρωστημένη του επιθυμία να παιδεύει τους δασκάλους. Διευκρίνισε με κρυστάλλινη διαύγεια τη θέση του στη σημαντικότερη, από την ημέρα της εκλογής του στην προεδρία ομιλία του για την εκπαίδευση, στο «επιμελητήριο ισπανόφωνων εμπόρων», εδώ κι ένα χρόνο: «από τη στιγμή που οι μαθητές περνούν την πύλη ενός σχολείου, καθοριστικός παράγοντας της επιτυχίας ή της αποτυχίας τους δεν είναι το χρώμα του δέρματός τους ή το εισόδημα των γονιών τους, αλλά ο δάσκαλος που στέκεται εμπρός τους στην τάξη», δήλωσε. «Οι καλοί εκπαιδευτικοί που οι επιδόσεις των μαθητών τους βελτιώνονται περισσότερο, θα αμείβονται καλύτερα… Και είμαι σαφής πως δεν υπάρχει καμία δικαιολογία να συνεχίσουν να διδάσκουν άνθρωποι που τους έχει δοθεί μία ευκαιρία, δύο ευκαιρίες, τρεις ευκαιρίες για να βελτιωθούν -και δεν το κάνουν»..
Αυτή η σαφής τοποθέτηση μετουσιώθηκε σε πράξεις στο -δυστυχώς αδικημένο ως προς τη δημόσια του εκτίμηση- πρόγραμμα «κούρσα προς την κορυφή», που ανακοίνωσαν πέρυσι ο Ομπάμα και ο υπουργός εκπαίδευσής του (και συμπαίκτης του στο μπάσκετ) 'Αρνι Ντάνκαν (Arne Duncan). Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση διέθεσε έναν πακτωλό 4 δις δολαρίων στη διάθεση των πολιτειών που θα επιδείκνυαν πραγματική βελτίωση στις σχολικές τους επιδόσεις. Αλλά το πραγματικά αξιοσημείωτο με αυτό το πρόγραμμα ήταν ένα σύστημα «πόντων» που επιβράβευε τις πολιτείες που θα αναλάμβαναν καινοτόμα θεσμικά μέτρα ώστε να αναμορφώσουν τα αποτυχημένα σχολεία, να προσλάβουν τους καλύτερους δασκάλους και να θέσουν σε εφαρμογή ένα σύστημα εκπόνησης αξιόπιστων στατιστικών δεδομένων για την ποιότητα των εκπαιδευτικών τους ιδρυμάτων.
Οι Ομπάμα και Ντάνκαν επέδειξαν νωρίτερα αυτό το μήνα για άλλη μια φορά τη διάθεσή τους να δυσαρεστήσουν τους παραδοσιακούς τους συμμάχους σε ένα άλλο, ακόμα πιο ευαίσθητο ζήτημα, όταν απολύθηκαν και οι 93 εκπαιδευτικοί ενός σχολείου στο Ρον 'Αιλαντ που είχε τόσο κακά αποτελέσματα ώστε μόλις το 7% των μαθητών της Β' λυκείου περνούσε τη βάση των τεστ στα μαθηματικά! Τα συνδικάτα εξοργίστηκαν με τις μαζικές απολύσεις, αλλά ο υπουργός εκπαίδευσης υπερασπίστηκε την απόφαση των προϊσταμένων του σχολείου, χαρακτηρίζοντάς την «πράξη που δείχνει θάρρος και έγνοια για την πρόοδο των παιδιών»
Για το ίδιο ζήτημα, ο Ομπάμα δήλωσε: «αν ένα σχολείο συνεχίζει να αποτυχαίνει επί χρόνια, αν δε δείχνει κανένα σημάδι βελτίωσης, τότε κάποια στιγμή θα πρέπει να λογοδοτεί για τα αποτελέσματά του. Αυτό ακριβώς συνέβη στο Ροντ 'Αιλαντ την προηγούμενη εβδομάδα».
Το αληθινά απίστευτο, είναι πως παρόμοιες θέσεις φαντάζουν σχεδόν ριζοσπαστικές. Το αμερικανικό εκπαιδευτικό σύστημα πάει επί χρόνια από το κακό στο χειρότερο. Νωρίτερα αυτό το μήνα, ο Ομπάμα σημείωσε πως πάνω από ένα εκατομμύριο μαθητές γυμνασίου, σχεδόν ο ένας στους τρεις, εγκαταλείπουν κάθε χρόνο το σχολείο. Ο πρόεδρος καταβάλει μια σοβαρή προσπάθεια να θεραπεύσει αυτό το πρόβλημα.
Του αξίζει χειροκρότημα για αυτή του την προσπάθεια, ιδίως αν, παράλληλα, καταφέρει να αφυπνίσει τα εκπαιδευτικά συνδικάτα από το πολυετή τους λήθαργο, που έχει βλάψει το μέλλον τόσο πολλών νέων ανθρώπων.
Ο Niall Stanage είναι ανταποκριτής ιρλανδικών και βρετανικών ΜΜΕ στις ΗΠΑ