Ο νόμος, στο άρθρο 2, αναφέρει τις "αρχές που διέπουν τη διδασκαλία ξένων γλωσσών στις κάθε βαθμού δημόσιες και ιδιωτικές, γενικές και επαγγελματικές σχολές, καθώς επίσης και τις σχολές που παρέχουν παιδεία σε ξένη γλώσσα", σημειώνοντας όμως "με την επιφύλαξη των διατάξεων διεθνών συμβάσεων".
Το ίδιο άρθρο αναφέρει ότι "οι αρχές σχετικά με την ίδρυση και την επίβλεψη των φροντιστηρίων αυτών καθορίζονται με κανονισμό που εκδίδει το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας" και ότι "οι ξένες γλώσσες, η διδασκαλία των οποίων μπορεί να γίνει στην Τουρκία, καθορίζονται με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου".
Το άρθρο 1 του νόμου, στο οποίο δεν στηρίζεται η απόφαση περί διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας, αναφέρει ότι "σκοπός του παρόντος νόμου είναι η ρύθμιση των αρχών που διέπουν τις ξένες γλώσσες οι οποίες θα διδαχθούν στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα σχολεία που διδάσκουν σε ξένη γλώσσα και την εκμάθηση των διαφορετικών γλωσσών και διαλέκτων που χρησιμοποιούν παραδοσιακά οι Τούρκοι πολίτες στην καθημερινή τους ζωή".
Το γεγονός ότι η απόφαση δεν στηρίζεται στο άρθρο 1, σημαίνει πρακτικά ότι η ελληνική γλώσσα ως προς την έγκριση για φροντιστηριακά μαθήματα, δεν τοποθετείται σε ένα πλαίσιο "γλωσσών και διαλέκτων Τούρκων πολιτών", μεταξύ των οποίων είναι οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, τα σχολεία των οποίων διδάσκουν μαθήματα στην ελληνική γλώσσα.
Μπορεί η απόφαση του υπουργικού συμβουλίου να αφορά τη "διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας σε δημόσια και ιδιωτικά φροντιστήρια", αλλά ο σχετικός νόμος είναι πιο ευρύς και κάνει λόγο για "κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης".
Ωστόσο, υπογραμμίζεται η σημείωση που υπάρχει στο άρθρο 2 για τις "διατάξεις των διεθνών συμβάσεων", που παραπέμπει θεωρητικά στη Συνθήκη της Λωζάννης, στη "Μορφωτική Συμφωνία του Βασιλείου της Ελλάδος και της Τουρκικής Δημοκρατίας" που υπογράφηκε στις 20.4.1951 (ΦΕΚ 103/Α/1952) και στη "Συμφωνία για την Πολιτιστική Συνεργασία" που υπογράφηκε μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας στις 4 Φεβρουαρίου 2000. (ΦΕΚ 142/Α/2001).
Στοιχεία από Α.Π.Ε.