Στην κυριακάτικη αποδελτίωση των εκπαιδευτικών θεμάτων του Βήματος ο Βασίλης Χιώτης φιλοτεχνεί το πορτραίτο της Άννας, η Μάρνυ Παπαματθαίου περιγράφει το πέπλο του φόβου στην πανεπιστημιακή κοινότητα λόγω των τρομοκρατικών απειλών και η Λώρη Κέζα γράφει για την "Παιδεία κάτω από την βάση του δέκα".Δείτε το δημοσίευμα για την Άννα που αποτυπώνει της ισορροπίες στο υπουργείο των εκπλήξεων.Όσο για το εξεταστικό και το νέο Λύκειο…ουδέν μονιμότερο του προσωρινού.
ΑΝΝΑ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ Στο υπουργείο των εκπλήξεων
ΟΠΟΙΟΝ κι αν ρωτήσεις τις τελευταίες ημέρες στο υπουργείο Παιδείας για τη νέα υπουργό κυρία Αννα Διαμαντοπούλου , θα σου απαντήσει με την ίδια διαπίστωση: Οι πρώτες πενήντα ημέρες της θυμίζουν έντονα τα πρώτα βήματα της Μαριέττας! Η υπουργός του κ. Καραμανλή επιχείρησε να τα αλλάξει σχεδόν όλα από την πρώτη ημέρα, επενδύοντας στην υψηλή δημοτικότητά της. Αλλά αναγκάστηκε γρήγορα να καταφύγει σε τακτικούς ελιγμούς, όταν άρχισαν να ξεσηκώνονται οι δάσκαλοι και οι καθηγητές, οι πρυτανικές τήβεννοι αλλά και τα επισκοπικά ράσα. Πολλοί πιστεύουν πως το δυναμικό ξεκίνημα της νέας υπουργού και η όρεξή της για τομές και μεταρρυθμίσεις θα κοπεί ξαφνικά, όταν έλθει αντιμέτωπη με τις συντεχνίες της εκπαιδευτικής κοινότητας. Η ίδια όταν τα ακούει όλα αυτά χαμογελάει, παρατηρώντας πως όταν τα βήματα δεν είναι βιαστικά, αλλά μεθοδικά και σίγουρα, τότε δεν υπάρχει περίπτωση κάτι να πάει στραβά. Για την ακρίβεια, η κυρία Διαμαντοπούλου προσπαθεί να μιμηθεί την κυρία Μαριέττα Γιαννάκου στην αποφασιστικότητα, αλλά και το μοντέλο του προκατόχου της κ. Α. Σπηλιωτόπουλου στην επικοινωνία, όχι όμως και στις σπατάλες. Η κυρία Διαμαντοπούλου αναγκάζεται να συνεργαστεί με έναν υφυπουργό που συνομιλεί απευθείας με τον Πρωθυπουργό και με μια υφυπουργό που έχει τη δική της ακτινοβολία. Συναντώνται και οι τρεις κάθε Δευτέρα και παρ΄ ότι δεν έχουν βρει ακόμη τη χημεία τους, πιστεύουν ότι τελικώς θα «δέσουν» ως ομάδα και θα ξεπεράσουν τα μεγάλα προβλήματα που συναντούν ήδη στην καθημερινότητά τους.
Το ξεκίνημα της κυρίας Αννας Διαμαντοπούλου στη νέα κυβέρνηση μάλλον η ίδια το φανταζόταν διαφορετικά. Ωσπου να ανακοινωθεί το κυβερνητικό σχήμα, οι φήμες την έφερναν πιο κοντά στο υπουργείο Εξωτερικών, αλλά τελικά από τη Βασιλίσσης Σοφίας βρέθηκε στη Νεραντζιώτισσα. Πριν από τις εκλογές ήταν αναμφισβήτητα το πιο λαμπερό γυναικείο πρόσωπο στο ΠαΣοΚ, αλλά μετά την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης τα φώτα στράφηκαν στην κυρία Λούκα Κατσέλη και στις άγνωστες ως τότε στην κοινή γνώμη κυρίες Τίνα Μπιρμπίλη και Κατερίνα Μπατζελή.
Η δεύτερη έκπληξη για την κυρία Διαμαντοπούλου ήλθε την ίδια ημέρα, όταν πληροφορήθηκε ότι υφυπουργοί της θα είναι ο κ. Ι. Πανάρετος και η κυρία Εύη Χριστοφιλοπούλου . Στον πρώτο ανατέθηκε από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό η ευθύνη της «ανοιχτής διακυβέρνησης», δηλαδή το πώς θα προκηρυχθούν οι θέσεις του Δημοσίου στο Διαδίκτυο έτσι ώστε οι υποψηφιότητες να είναι ανοιχτές για όλους τους πολίτες. Η κυρία Χριστοφιλοπούλου φημίζεται για τη μεθοδικότητά της, ενώ στην περιφέρεια Αττικής κατόρθωσε να ξεπεράσει σε σταυρούς ακόμη και τον κ. Θ. Πάγκαλο. Η ίδια ανέμενε να αξιοποιηθεί στο υπουργείο Απασχόλησης, ενώ είναι βέβαιο πως δεν της αρέσει να ζει στη σκιά άλλων, ειδικά σε ένα υπουργείο που έχει παράδοση στο να φτιάχνει αρχηγούς και πρωθυπουργούς και να γεννά δελφίνους.
Ολα αυτά λοιπόν καλείται να διαχειριστεί η νέα υπουργός Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, όπως μετονομάστηκε το υπουργείο της, ταυτόχρονα με τις εξαγγελίες της κατά τις πρώτες τέσσερις εβδομάδες που ασκεί τα καθήκοντά της επιχειρώντας να βάλει τάξη σε έναν τομέα όπου επί χρόνια βασιλεύει η αταξία. Η κυρία Διαμαντοπούλου αναγκάστηκε να δεχθεί μια υπαναχώρηση στις αρχικές αποφάσεις της την Πέμπτη, μετά την εκρηκτική συνάντηση που είχε με τους εκπροσώπους της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ. Προ του κινδύνου κινητοποιήσεων από τους δασκάλους και τους καθηγητές της Μέσης Εκπαίδευσης που της επισήμαναν πως δεν είναι καλό να επανέλθει η Παιδεία στην εποχή του «κάτσε καλά Γεράσιμε», η υπουργός δέχθηκε να αναβληθεί για μία χρονιά η κατάργηση των επετηρίδων στους διορισμούς εκπαιδευτικών. Ενώ λοιπόν αρχικώς είχε ανακοινώσει πως στο εξής οι προσλήψεις εκπαιδευτικών θα γίνονται μόνο από το ΑΣΕΠ καταργώντας τους πίνακες αναπληρωτών (σήμερα γίνονται κατά 60% από το ΑΣΕΠ και κατά 40% από τους πίνακες), στη συνέχεια δέχθηκε να ισχύσουν οι αλλαγές αυτές από την επόμενη χρονιά και τον επόμενο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ για να μην προκληθεί ένταση.
Φαίνεται όμως αποφασισμένη να προχωρήσει στην κατάργηση της βάσης του 10 στις πανελλαδικές εξετάσεις διαπιστώνοντας πως από το 2006, οπότε θεσπίστηκε από την κυρία Μαριέττα Γιαννάκου, η ρύθμιση δεν απέδωσε, απλώς δημιούργησε μεγάλα κενά στα ΤΕΙ και αρκετά ακόμη προβλήματα.
Πιο προσεκτικά προτίθεται να αντιμετωπίσει τις προτάσεις της Επιτροπής Μπαμπινιώτη για τις δομικές αλλαγές που εισηγείται στα δημοτικά σχολεία και στα λύκεια, αλλά και στο εξεταστικό σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ταυτόχρονα προσπαθεί έξυπνα να αναδείξει τις χρόνιες παθογένειες του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας που συσσωρεύθηκαν επειδή σπανίως ένας υπουργός Παιδείας είχε στη διάθεσή του τον απαιτούμενο χρόνο για να διορθώσει τις αδυναμίες. Είναι χαρακτηριστικό πως στο υπουργείο Παιδείας σπανίως παραμένει υπουργός πάνω από δύο χρόνια, και αυτός είναι ένας ακόμη λόγος για να βιαστεί όποιος καθήσει σε αυτή την καρέκλα. «Μου ήρθε το ταβάνι στο κεφάλι…»
«ΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ημέρες μού ήρθε το ταβάνι στο κεφάλι» τονίζει η κυρία Διαμαντοπούλου περιγράφοντας τι ένιωσε όταν μπήκε για πρώτη φορά στο γραφείο της με τη σχολική χρονιά να έχει μόλις έχει αρχίσει. Οπως αποκάλυψε, πρώτα πάλεψε με τα κενά που βρήκε στα σχολεία και, όπως ομολογεί, αντιμετώπισε το πρόβλημα με λάθος τρόπο.
«Ζήτησα αμέσως πιστώσεις τις οποίες έδωσε ο κ. Παπακωνσταντίνου για να καλύψουμε τα κενά και να μπουν οι καθηγητές στην τάξη. Αυτό δεν μπορεί να ξαναγίνει. Τα κενά θα αντιμετωπιστούν από το εκπαιδευτικό δυναμικό της χώρας, το οποίο είναι τεράστιο» επισημαίνει, υπενθυμίζοντας πως η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στον ΟΟΣΑ σε αναλογία μαθητών ανά εκπαιδευτικό (εννιά ανά έναν καθηγητή), όταν υπάρχει νησιωτικός νομός του Βορείου Αιγαίου στον οποίο υπηρετούν στα χαρτιά 596 εκπαιδευτικοί, αλλά στην τάξη μπαίνουν μόλις 216!
Ακόμη πιο χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Τήλου. Εκεί έχουν διοριστεί τέσσερις καθηγήτριες αγγλικής φιλολογίας, αλλά η θέση παραμένει κενή καθώς και οι τέσσερις έχουν αποσπαστεί σε άλλα σημεία της χώρας και σε θέσεις που δεν έχουν πάντα σχέση με την εκπαίδευση!
Από τότε το ταβάνι κατεβαίνει συχνά στο κεφάλι της υπουργού, καθώς έχει να αντιμετωπίσει και αστοχίες της ίδιας της κυβέρνησής της. Η διαδικασία ανοιχτών διαγωνισμών που έχει θεσπιστεί για την πλήρωση των θέσεων των γενικών και ειδικών γραμματέων έχει ως αποτέλεσμα να είναι ακόμη ορφανή η θέση του γενικού γραμματέα του υπουργείου, ενώ έχουν ήδη καεί δύο ονόματα, αυτά του κ. Αχ. Μητσού και του κ. Δ. Χαλκιώτη, επειδή και οι δύο έχουν «βεβαρημένο» παρελθόν ως στελέχη του κυβερνώντος κόμματος, ιδιότητα που ισοδυναμεί πλέον με ποινικό αδίκημα! Δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί αν ήταν επιλογές της οι τοποθετήσεις των δύο ειδικών γραμματέων στο υπουργείο της, της κυρίας Θάλειας Δραγώνα και της κυρίας Ιφιγένειας Ορφανού, ενώ κενές παραμένουν ακόμη οι θέσεις άλλων δύο ειδικών γραμματέων καθυστερώντας και την τοποθέτηση των περιφερειακών διευθυντών που ελέγχουν ανά περιφέρεια τη λειτουργία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Και όλα αυτά ενώ η κυρία Διαμαντοπούλου καλείται να αντιμετωπίσει τουλάχιστον τρία ακόμη προβλήματα που εξελίσσονται σε «αγκάθια».
Τη συμπλήρωση ενός έτους από τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου που απειλεί και πάλι με καταλήψεις τα σχολεία, την κατακόρυφη αύξηση των κρουσμάτων της γρίπης στα σχολεία, με ανοιχτό πλέον το ενδεχόμενο πρόωρης διακοπής της λειτουργίας τους για τις Γιορτές, αλλά και τις γκρίνιες του Αρχιεπισκόπου για την απόφαση της κυβέρνησης να φορολογήσει την εκκλησιαστική περιουσία.
Λέγεται πως η συνάντηση της υπουργού με τον Μακαριότατο την περασμένη εβδομάδα ήταν θερμή μόνο στο τμήμα της προσωπικής επαφής τους, ενώ για το φορολογικό σαφάρι της κυβέρνησης ο κ. Ιερώνυμος απλώς απέφυγε να εκφράσει και δημοσίως τη δυσαρέσκειά του.
Η κυρία Διαμαντοπούλου καλείται ως το τέλος του χρόνου να επιστρατεύσει όλη τη φυσική αλλά και την πολιτική γοητεία της για να κατευνάσει τα οξυμμένα πνεύματα στην Ιεραρχία της Εκκλησίας, αλλά και για να συγκρατήσει τον Αρχιεπίσκοπο που ήδη δηλώνει πως η υπομονή του εξαντλείται.