Στη Γερμανία το επάγγελμα του εκπαιδευτικού βάλλεται τα τελευταία χρόνια από πολλές κατευθύνσεις. Πρώτο πλήγμα ήταν η μέτρια αξιολόγηση των Γερμανών μαθητών από την έρευνα Pisa . Στη συνέχεια είδαμε ένα βιβλίο με τίτλο Το βιβλίο του εχθρού των δασκάλων (Lehrerhasser-Buch) να γίνεται μπεστ σέλερ. Επιπλέον, στο YouTube κυκλοφορούν βιντεάκια γυρισμένα από μαθητές μέσα σε σχολικές τάξεις, αλλά και πολλά άλλα δυσφημιστικού ή απειλητικού περιεχομένου με στόχο εκπαιδευτικούς. Τελευταία, στο portal με όνομα «Spickmich», οι μαθητές βαθμολογούν τους δασκάλους και τους καθηγητές τους, ενώ στην ιστοσελίδα «Schulradar» γονείς «ξεκαθαρίζουν τους λογαριασμούς τους» με τα σχολεία των παιδιών τους.
Η ανωνυμία που προσφέρει το Διαδίκτυο κάνει πάρα πολύ εύκολη την άσκηση κριτικής παντός είδους και την εκτόνωση κάθε είδους συναισθημάτων. Οι εκπαιδευτικοί παρακολουθούν με λιγότερη ή περισσότερη ψυχραιμία τις εξελίξεις. Δεν είναι λίγοι αυτοί που αισθάνονται φοβισμένοι και αβοήθητοι. Πολλοί κλείνονται στον εαυτό τους. Άλλοι απειλούν να βγάλουν κι αυτοί με τη σειρά τους βαθμολογίες μαθητών στο Διαδίκτυο ή αποφασίζουν να κάνουν μήνυση στο «Spickmich». Συγκεκριμένα, σε σχέση με το «Spickmich», πολλοί υποστηρίζουν ότι δεν είναι αξιόπιστο, γιατί δεν μπορεί να εξακριβωθεί αν οι βαθμοί που δίνονται προέρχονται όντως από μαθητές ούτε αν κάθε μαθητής έχει βαθμολογήσει μία μόνο φορά. Οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί νιώθουν ότι στο «Spickmich» προσβάλλεται η προσωπικότητά τους και τα προσωπικά τους δεδομένα.
Οι αντιδράσεις αυτές κρίνονται ίσως υπερβολικές αν αναλογιστεί κανείς ότι, σύμφωνα με έρευνα του περιοδικού Die Zeit, το 64% των ερωτηθέντων κρίνουν καλό έως πολύ καλό το έργο των εκπαιδευτικών. Επιπλέον, το 50% των βαθμών που έδωσαν οι μαθητές –900.000 σε σύνολο– στους δασκάλους τους στο «Spickmich» τον τελευταίο ενάμιση χρόνο είναι πολύ καλοί.
Από την πλευρά τους, οι εκπρόσωποι του «Spickmich» υποστηρίζουν ότι προσφέρουν στους μαθητές τη δυνατότητα αξιολόγησης των καθηγητών τους, γιατί αυτοί (δηλαδή οι μαθητές) είναι οι πλέον ειδικοί. Οι εκπαιδευτικοί κατατάσσονται σε κατηγορίες όπως «κάνει καλό μάθημα», «προσιτός και αστείος», «καλά καταρτισμένος», «βάζει καλούς βαθμούς», «καλά προετοιμασμένος», «ανθρώπινος» κ.ά.
Η αλήθεια είναι πως οι εκπαιδευτικοί έχουν συνηθίσει να αξιολογούν και όχι να αξιολογούνται, να ασκούν και όχι να δέχονται κριτική. Υπάρχουν μόνο μεμονωμένες περιπτώσεις σχολείων, όπου η διεύθυνση έχει πάρει πρωτοβουλία για την οργάνωση κάποιου συστήματος ανατροφοδότησης των καθηγητών (π.χ. με ερωτηματολόγια προς μαθητές και γονείς). Εξαίρεση αποτελεί η Βαυαρία, όπου οι καθηγητές αξιολογούνται συστηματικά από τους ιθύνοντές τους. Κατά τα άλλα, είναι σπάνιες οι περιπτώσεις των εκπαιδευτικών που επιδιώκουν από μόνοι τους την αξιολόγηση από μαθητές και γονείς. Ίσα ίσα, πολλοί από αυτούς ενοχλούνται όταν λαμβάνουν σημειώματα με επισημάνσεις από μαθητές ή γονείς. Σπάνια δίνεται στους μαθητές η δυνατότητα να εκφράσουν τη δική τους γνώμη, με αποτέλεσμα η κριτική τους να εκτονώνεται ανώνυμα σε sites όπως το «Spickmich».
Στο σχολείο οι μαθητές φοβούνται να εκφραστούν. Οι καθηγητές είναι αυτοί που θα αποφασίσουν για ποιο είδος σχολείου είναι κατάλληλος κάθε μαθητής , οπότε οι μαθητές φοβούνται μήπως δυσαρεστήσουν τους καθηγητές τους ασκώντας τους κριτική και θέσουν με αυτό τον τρόπο εν αμφιβόλω το μέλλον τους. Για τους ίδιους λόγους σιωπούν και οι γονείς. Όπως αναφέρει η συγγραφέας του βιβλίου Το βιβλίο του εχθρού των δασκάλων (Lehrerhasser-Buch), η ελευθερία έκφρασης των μαθητών «καταστέλλεται» με τιμωρίες και κακούς βαθμούς. Και αντί να ενθαρρύνεται η ασυμβίβαστη σκέψη και το αίσθημα συλλογικότητας, στα σχολεία οι μαθητές γίνονται πιο ντροπαλοί.
Σύμφωνα με τη Marianne Demmer, εκπρόσωπο του συλλόγου Εκπαίδευση και Επιστήμη (Erzeihung und Wissenschaft), ιστοχώροι όπως το «Spickmich» δεν είναι κατάλληλοι για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και, σε τελική ανάλυση, το site αυτό επηρεάζει αρνητικά τη σχολική ζωή. Είναι μεν απαραίτητος ο εκμοντερνισμός του γερμανικού εκπαιδευτικού συστήματος, που δεν προνοεί για την ανατροφοδότηση των εκπαιδευτικών, η αλλαγή αυτή όμως πρέπει να γίνει μέσα στα σχολεία, με στενότερη συνεργασία εκπαιδευτικών, μαθητών και γονέων, και όχι απρόσωπα και ανώνυμα μέσω ενός site.
Μια άλλη διαπίστωση είναι ότι στην περίπτωση των εκπαιδευτικών δεν υπάρχουν μέτρα ή μεγέθη αναφοράς για την αξιολόγηση της επίδοσής τους. Οι απαιτήσεις που έχει κανείς από ένα δάσκαλο είναι πολύ διαφορετικές και τα όρια της ευθύνης του θολά. Αυτό καθιστά τους εκπαιδευτικούς εύκολα θύματα κριτικής, καθώς θα μπορούσε να τους κατηγορήσει κανείς για το καθετί. Οι εκπαιδευτικοί βέβαια γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τους πάντες. Παρ’ όλ’ αυτά, όμως, είναι πολύ δύσκολο για έναν καθηγητή να παραδεχτεί τις αδυναμίες του. Κάθε διδακτική ώρα είναι γι’ αυτούς μια περιπέτεια και υπάρχει πάντα ο υποσυνείδητος φόβος της αποτυχίας. Περιέργως όμως, αντί να προετοιμάζουν το μάθημα σε ομάδες και να ζητούν τις συμβουλές των μαθητών και της διεύθυνσης του σχολείου για να κάνουν το μάθημά τους πιο ενδιαφέρον, συνήθως δεν επιδιώκουν τη συνεργασία και την ανανέωση των μεθόδων τους. Αυτή η περίπλοκη ψυχολογική κατάσταση περιγράφεται ως «νόσος των εκπαιδευτικών» (ή ως «ναρκισσισμός των εκπαιδευτικών»).
Ο ρόλος των εκπαιδευτικών είναι περίπλοκος και γίνεται ολοένα και πιο απαιτητικός. Εκτός από δάσκαλοι, πρέπει να είναι παιδαγωγοί και συμβουλάτορες, να οργανώσουν ημερήσια σχολεία, να κατευθύνουν τα παιδιά στην προετοιμασία εθνικών ή ευρωπαϊκών projects. Επίσης, η νέα φιλοσοφία της εκπαίδευσης κατεβάζει τους εκπαιδευτικούς από το βάθρο τους και περιμένει από αυτούς να ενισχύουν την αυτοπεποίθηση των μαθητών τους και να γίνουν συνοδοιπόροι τους στη ζωή και στη μάθηση. Τα τελευταία πέντε χρόνια, λοιπόν, η πολιτεία προσπαθεί να πείσει τους εκπαιδευτικούς να ανανεώσουν τις μεθόδους τους. Και πάλι όμως οι εκπαιδευτικοί –στην πλειονότητά τους– αντιδρούν αρνητικά ή αμυντικά. Είναι πολύ σημαντικό να συνειδητοποιήσουν οι εκπαιδευτικοί ότι, αν δε συνεργαστούν, θα είναι όλο και πιο δύσκολο να αντεπεξέλθουν στις νέες απαιτήσεις, επιβαρύνοντας έτσι συνεχώς την ψυχολογία τους.
Ο Peter Meidinger, πρόεδρος της Ένωσης Φιλολόγων, υποστηρίζει ότι ένα 10% των εκπαιδευτικών δε θα έπρεπε να είχε ακολουθήσει το επάγγελμα. Για τον λόγο αυτό υποστηρίζει ότι πρέπει να εισαχθούν τεστ καταλληλότητας στη διαδικασία επιλογής των υποψήφιων δασκάλων. Ωστόσο, η μεγάλη έλλειψη εκπαιδευτικών στη Γερμανία καθιστά το επάγγελμα του εκπαιδευτικού πολύ ελκυστικό ακόμη και σε άτομα που δεν το αγαπούν, μια και θα τους εξασφαλίσει μια σταθερή θέση στο Δημόσιο.