Η νεοελληνική πολιτεία μετά την μεταπολίτευση υπήρξε από πλευράς δημοκρατικών προϋποθέσεων και αντικειμενικών δυνατοτήτων ικανή να διαμορφώσει ένα αποτελεσματικό πλαίσιο παιδείας συμβατό με τις εγχώριες κοινωνικές ιδιαιτερότητες και ταυτόχρονα να γίνει ελκυστικό κέντρο εκπαίδευσης των εθνοτήτων της γεωγραφικής μας περιφέρειας. Οι προσπάθειες υπήρξαν όμως ημιτελείς και η μεγαλύτερη ευκαιρία, να γίνουμε ως κράτος παράγωγοι παιδείας και αξιόπιστοι πάροχοι ποιοτικών σπουδών, χάθηκαν. Τέσσερις σχεδόν δεκαετίες δημοκρατικού βίου μετέτρεψαν το όραμα του κοινωνικού μετασχηματισμού στο φθηνό greek dream μιας δημόσιας αντιμισθίας στην κρατική θαλπωρή. Στη διάρκεια αυτών των δεκαετιών η δημοκρατική διεκδίκηση σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης με την αρωγή όλων των εξουσιών αποθέωσε τις καταστροφικές αντιλήψεις και καταλήψεις, ενώ οι πολιτικές νεολαίες και οι σπουδαστικές παρατάξεις μετετράπησαν από παραγωγούς και διακινητές ιδεών σε μηχανισμούς παράνομων εξυπηρετήσεων και μικροπωλητές πανεπιστημιακών σημειώσεων. Σαράντα χρόνια τώρα κάθε απόπειρα αξιολόγησης αφορίζεται ως μέσο κομματικής αντεκδίκησης, παχυλοί ειδικοί λογαριασμοί εκτρέφουν άεργους συνδικαλιστές, η κοινωνική αρετή της επιχειρηματικότητας ποινικοποιήθηκε και η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και στην εκπαίδευση κατέστη ανεπίτρεπτη ιεροσυλία. Τα πανεπιστήμιά μας που το 1974 εισήγαγαν 16.000 πρωτοετείς φοιτητές άνοιξαν για να βρουν διέξοδο σπουδών την τελευταία δεκαετία πάνω από 85.000 νέοι κάθε χρόνο. Όμως η τραγική κατάληξη είναι σήμερα το 50% των φοιτητών μας να είναι αιώνιοι καθώς δεν ολοκληρώνουν τις σπουδές τους στα διακτινισμένα και ασύνδετα τμήματα ενός σχεδιασμού μικροκομματικών τοπικών συμφερόντων.
Στην πορεία αυτών των δεκαετιών ζήσαμε την αποβολή της αριστείας από την ελληνική εκπαίδευση όταν σε κρίσεις υπέρμετρου λαϊκισμού καταργήσαμε τα πρότυπα σχολεία ως ταξικά αναχώματα και αδυνατούμε ακόμα και σήμερα ως κοινωνία και πολιτεία να τα επαναλειτουργήσουμε με όρους υγιούς ανταγωνισμού και συνθήκες γόνιμης διάκρισης. Όσοι βρεθήκαμε στα πανεπιστήμια στο τέλος της δεκαετίας του ’70 θυμόμαστε τις παροικίες των Κύπριων φοιτητών και τις δράσεις των δυναμικών τους σπουδαστικών παρατάξεων. Σήμερα οι Κύπριοι πολίτες σπουδάζουν στα δικά τους δημόσια και ιδιωτικά πανεπιστήμια που έχουν καταστεί πόλος έλξης σπουδαστών από ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο υποδεχόμενοι μεταξύ των άλλων και πολλούς Ελλαδίτες φοιτητές. Η οδυνηρή χρεωκοπία της παιδείας μας είναι η καρδιά της οικονομικής μας δυσπραγίας. Το εγχώριο έλλειμμα της παιδείας μας βύθισε γρηγορότερα στην καταναλωτική δίνη μιας ευμάρειας με … δανεικά από το μέλλον.
Ο ιστορικός κύκλος των «πολιτιστικών αξιών» στις οποίες πρόθυμα διολίσθησε το πολιτικό μας σύστημα κλείνει. Η άγρια νομή της εξουσίας και η άλωση του κράτους άλωσε και την ελληνική κοινωνία με αμοιβαίους όρους διάβρωσης. Η πολιτική ενοχή των ιθυνόντων οδήγησε στην κοινωνία της συνενοχής και αποτυπώθηκε με τον πιο κυνικό τρόπο στην περίφημη φράση «μαζί τα φάγαμε». Η ντροπή ανήκει σε όλους. Ανήκει πρωτίστως στις πολιτικές ηγεσίες, ανήκει όμως και σε όλους εμάς που βολευθήκαμε και δεν αντιδράσαμε. Υπάρχουν όμως ύστατες δυνάμεις φωτισμένων δασκάλων που δεν έχουν διαβρωθεί και μπορούν να συνδράμουν στη ριζική στροφή της παιδείας μας στις αξίες της εργασίας και της δημιουργίας που ελάχιστα διδάχθηκαν στα ελληνικά σχολεία και πανεπιστήμια τα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων. Γιατί αναφερόμαστε επιλεκτικά στα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων; Γιατί απλούστατα το πολιτικό και οικονομικό διευθυντήριο της χώρας μας έχει φροντίσει να σπουδάζει τα παιδιά του στα πανεπιστήμια της αλλοδαπής αποδεικνύοντας περίτρανα το εγχώριο έλλειμμα της παιδείας μας.
Άρθρο στο σημερινό “Κόσμο του Επενδυτή”