Τεράστιο είναι το οικονομικό βάρος που επωμίζονται οι οικογένειες για την εκπαίδευση των παιδιών τους. Στο 1,6 δισ. φτάνουν οι δαπάνες που αφορούν φροντιστήρια, ιδιαίτερα μαθήματα και ξένες γλώσσες για τη δευτεροβάθμια γράφει στο σημερινό « Έθνος » ο Μιχάλης Νιβολιανίτης.
«Οικονομική αιμορραγία» για τις ελληνικές οικογένειες καταδεικνύει η ετήσια έκθεση για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση που έδωσε χθες στη δημοσιότητα το Κέντρο Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής ΓΣΕΕ, καθώς οι δαπάνες των νοικοκυριών για αγορά αγαθών και υπηρεσιών εκπαίδευσης ανέρχονται ετησίως στα 5,1 δισ. ευρώ! Το λαλίστατο ΚΑΝΕΠ όμως δεν υπεισέρχεται πλέον στο επιμερισμό των εξόδων και στην καταγραφή της μαύρης αγοράς της παιδείας. Δείτε το ρεπορτάζ.
Από αυτά τα χρήματα, το 1,6 δισ. ευρώ προορίζεται για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (κυρίως φροντιστήρια, ιδιαίτερα μαθήματα και ξένες γλώσσες), ενώ τα 711 εκ. ευρώ αφορούν την πρωτοβάθμια. Επισημαίνεται ότι το σύνολο των δαπανών για την εκπαίδευση (από δημόσιους, κοινοτικούς και ιδιωτικούς πόρους) φτάνει τα 14,7 δισ. ευρώ. Όπως προκύπτει από τη μελέτη που παρουσιάστηκε χθες και αφορά το σχολικό έτος 2008-09, ένας διόλου ευκαταφρόνητος αριθμός μαθητών από όλες τις βαθμίδες (37.652) διέκοψε αδικαιολόγητα τη φοίτησή του με τη συντριπτική πλειονότητα να αφορά τα ΤΕΕ (15.332) και τα γυμνάσια (13.730). Την ίδια στιγμή, ο αριθμός των μαθητών που προήχθη με χαμηλό βαθμό ή απερρίφθη στις τελικές εξετάσεις εκτοξεύεται στους 178.232. Κατά τα λοιπά, όπως προκύπτει από την έρευνα της ΓΣΕΕ, είναι άμεση η ανάγκη για τη δημιουργία Ζωνών Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας για τις περιοχές εκείνες οι οποίες έχουν μαθητές με πολύ χαμηλές σχολικές επιδόσεις και πολύ μικρά ποσοστά εισαγωγής στα ΑΕΙ. Συγκεκριμένα, νομοί όπως Ξάνθη, Ροδόπη, Λευκάδα, Κέρκυρα, Ζάκυνθος, Κεφαλονιά, Ρέθυμνο, Ηράκλειο, Κυκλάδες, Δυτική Αττική και Πειραιάς παραμένουν εδώ και χρόνια στις περιοχές που «πάσχουν» σοβαρά όσον αφορά την εκπαίδευση των μαθητών και κυρίως στις τουριστικές περιοχές όπου όπως προκύπτει οι γονείς θεωρούν δεδομένο ότι η απασχόληση των παιδιών τους θα είναι σε τουριστικές οικογενειακές επιχειρήσεις παραμελώντας την εκπαίδευσή τους. Στον αντίποδα περιλαμβάνονται εδώ και χρόνια νομοί με υψηλό Δείκτη Πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση όπως: Χίος, Λάρισα, Καρδίτσα, Τρίκαλα και Αρκαδία. Από την έρευνα προέκυψε επίσης ότι η χώρα μας έχει χαμηλό αριθμό αποφοίτων ΑΕΙ συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε.
Από το Δημοτικό σχολείο ξεκινούν οι μαθητές τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα μαθήματα, καθώς, η ελληνική οικογένεια δαπανά ετησίως το ποσό των 50 εκατ. ευρώ. Όπως προκύπτει, από τα 711 εκ. ευρώ της ιδιωτικής χρηματοδότησης για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, το 4,7% πηγαίνει προς ιδιαίτερα μαθήματα και το 2,3% για φροντιστήρια. Το μεγαλύτερο ποσοστό των χρημάτων, πάντως, (41,4%) αξιοποιείται για την εκμάθηση ξένων γλωσσών, το 13,7% για παιδικούς σταθμούς, το 8,8% για το νηπιαγωγείο και το 1,2% για εκπαιδευτικές εκδρομές.
Μέτρα για τις σχολικές ανισότητες
Κατά τη διάρκεια παρουσίασης της μελέτης οι ομιλητές υπογράμμισαν ότι το υπουργείο Παιδείας θα πρέπει να προβληματιστεί με τις χαμηλές επιδόσεις των μαθητών και να ξανασκεφτεί σοβαρά το ζήτημα της συγχώνευσης των σχολείων, καθώς – όπως φαίνεται – τα μεγάλα σχολικά συγκροτήματα δεν βοηθούν τους μαθητές να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους, κάτι που, όμως, ισχύει για τις μικρές και ευέλικτες σχολικές μονάδες.
Αναφερόμενη στις σχολικές ανισότητες ανά νομό, η αναπληρώτρια υπουργός Παιδείας Φώφη Γεννηματά, η οποία παρέστη στην εκδήλωση, τόνισε ότι υποχρέωση του υπουργείου Παιδείας είναι να προσπαθήσει να εξαλείψει τις ανισότητες και να δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα σε περιοχές οι οποίες αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα.
Στο πλαίσιο αυτό, η κ. Γεννηματά υπογράμμισε ότι το υπουργείο έχει θεσπίσει Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας, οι οποίες ξεκινούν σε τέσσερις περιοχές (Πλατεία Βάθη, Κάτω Πατήσια, Ταύρο, Αχαρναί) και πρόσθεσε πως 300 τάξεις υποδοχής θα λειτουργήσουν μέσα στο επόμενο διάστημα.
«Η σημερινή έκθεση έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό. Σε μία χώρα που δεν διαθέτει ακόμα έναν εξειδικευμένο φορέα – παρατηρητήριο, το Κ.ΑΝ.Ε.Π. έρχεται να δώσει μία συγκροτημένη και συνολική εικόνα για τα μεγέθη της εκπαίδευσης», τόνισε ο γραμματέας εκπαίδευσης της ΓΣΕΕ, Μιχάλης Κουρουτός.