Γεια σας συνάδελφοι ,
Με απόλυτο σεβασμό στις σκέψεις, στις κομματικές επιλογές και προτιμήσεις καθενός (αυτό, άλλωστε, είμαι βέβαιος ότι ισχύει απολύτως από όλους και για όλους όσοι συμμετέχουν σ` αυτόν το διάλογο), θα ήθελα να γράψω λίγα λόγια:
1. Ανάμεσα στα πράγματα που δεν μπορούν να αποτελούν αντικείμενο εμπορίου, κορυφαία θέση νομίζω πως (πρέπει να) έχει εκείνη η συναισθηματική νοημοσύνη, που επιτρέπει σε καθέναν από εμάς να έχει σαφή πρόθεση για το κοινό καλό. Αυτήν, κανείς δεν τη διαθέτει a-priori, κανείς δεν τη στερείται a-priori. Ούτε οι πολίτες, ούτε οι κομματικοί μηχανισμοί. Υπάρχουν απόψεις και πρακτικές που (εκ του αποτελέσματος – άρα εκ των υστέρων) αποδεικνύονται σωστές και άλλες που αποδεικνύονται λάθος. Αλίμονο για όλους μας, όμως, αν αρχίσουμε να πιστώνουμε τις πρώτες σε «φωτισμένους σωτήρες» και τις δεύτερες σε «ηλίθιους προδότες». Αν κάποιος από σας σκέφτεται με αυτόν τον τρόπο (που, ειλικρινά, δεν το νομίζω), καλύτερα να μη διαβάσει παρακάτω…
2. Έχουμε περάσει τη ζωή μας στην τάξη, προσπαθώντας να διδάξουμε πέντε γράμματα, στα παιδιά που μας εμπιστεύθηκαν. Έχουμε εργαστεί για την εκπαίδευση, πολύ περισσότερο από οποιοδήποτε – και κάθε χρώματος – κομματόσκυλο που ανακοινώνει ότι μας «καταργεί», γιατί έτσι υπολογίζει ότι θα πάρει πέντε κουκιά παραπάνω και θα έρθει κοντύτερα στην εξουσία που ονειρεύεται και επιδιώκει.
3. Δεν υπάρχει ευτυχισμένη μονάδα, σε ένα δυστυχισμένο σύνολο. Το ξέρουμε καλά, το ζούμε καθημερινά και μετατρέπουμε τη γνώση μας σε βαθύτατα πολιτική πράξη, όταν, κάθε φορά που κάποιος γονιός καταρρέει στη γραμματεία του φροντιστηρίου μας (επειδή δεν έχει να πληρώσει), τον σηκώνουμε, του λέμε να μη νοιάζεται και αμέσως μετά, μπαίνουμε στην τάξη και κάνουμε στο παιδί του το καλύτερο μάθημα που μπορούμε να κάνουμε. Με αυτό το δεδομένο, δεν κάνω σε κανέναν – και δεν ανέχομαι να μου κάνουν – μαθήματα κοινωνικής ευαισθησίας. Αυτό (που δεν απευθύνεται κανέναν από εσάς), ισχύει στον υπερθετικό βαθμό για τα κομματικά στελέχη που ΟΛΑ (σε άλλο βαθμό και με άλλο βάρος ευθύνης το καθένα) είναι συνυπεύθυνα για το βάσανο του ελληνικού λαού – και το δικό μου. Πολύ απλά, πιστεύω ότι εγώ, εμείς, ως φροντιστές, μέσα από τον χώρο της εργασίας μας, έχουμε κάνει – και συνεχίζουμε να κάνουμε – γι αυτόν το λαό, πολύ περισσότερα και σημαντικότερα πράγματα από όσα έχουν κάνει μέσα από τα κομματικά τους γραφεία, όλοι αυτοί που, σε πρώτη ευκαιρία, μας «καταργούν».
4. Η εργασία μας δεν ταυτίζεται με τις εξετάσεις (τις εισαγωγικές ή οποιεσδήποτε άλλες), αλλά με τη φυσιολογική και αναμενόμενη μαθησιακή απορία, την πολύζηλη μελέτη, την κοπιώδη εργασία, την ανάγκη για συνεχή εξάσκηση και επιτυχή αξιολόγηση, τη μαθητική φιλοδοξία… πράγματα που αποτελούν βασικά και αναπόσπαστα συστατικά της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Με λίγα λόγια, το φροντιστήριο (το δικό μου, το δικό σας…) δεν υπάρχει και επιλέγεται, επειδή η εκπαίδευση που γίνεται έξω από αυτό είναι κακή (γεγονός αδιαμφισβήτητο, το οποίο, ούτε μας αρέσει, μα ούτε καν μας συμφέρει…), αλλά επειδή η εκπαίδευση που γίνεται μέσα σε αυτό, είναι καλή. Όλα τα άλλα, λέγονται είτε από άγνοια, είτε από βλακεία, είτε (το πιθανότερο) από κακή και υστερόβουλη πρόθεση.
5. Η αντιδιαστολή της «δημόσιας και δωρεάν παιδείας» με τα φροντιστήρια και τη λειτουργία τους, είναι ανιστόρητη και πολιτικά ατεκμηρίωτη, αλλά, πάνω απ` όλα, αποτελεί ένα ηλίθιο επιχείρημα των επιχειρηματιών της εξουσίας (όλων των κομματικών αποχρώσεων), οι οποίοι προσπαθούν να πουλήσουν την πραμάτεια τους, για να εισπράξουν «συμπαθητική» φωνή, ρόλο και δύναμη… Ειλικρινά, αδυνατώ να κατανοήσω πώς είναι δυνατόν αυτή η γελοία επιχειρηματολογία να βρίσκει πάτημα σε μυαλά φροντιστών. Η εκπαίδευση που παρέχεται μέσα στα φροντιστήριά μας, είναι πολύ πιο ποιοτική – άρα πολύ πιο χρήσιμη, πολύ πιο δημόσια και πολύ πιο δημοκρατική, από την αναξιοκρατική (και γι αυτό χείριστη – άρα άνιση, ελιτίστικη και, εντέλει, απολύτως ταξική) εκπαίδευση, που παρέχει στα παιδιά μας το κομματικό κράτος. Ναι, καλά διαβάζετε: Λέω ότι κάθε καλό ιδιωτικό φροντιστήριο, είναι πολύ πιο δημόσιο από κάθε κακό κρατικό σχολείο. Γιατί το «δημόσιο» δεν είναι θέμα νομής και κατοχής· το δημόσιο ΔΕΝ ταυτίζεται με το κρατικό· δημόσιο είναι το αγαθό, δημόσια είναι η αξία, δημόσιο είναι το καλό αποτέλεσμα που παράγεται για όλους και προσφέρεται σε όλους, αδιακρίτως και ανεξαιρέτως, όχι το κάθε καχεκτικό και αισχρής ποιότητας υλικό ή υπηρεσία που κατέχει, νέμεται και μας πουλάει πανάκριβα το κράτος – κτήνος).
6. Δεν βαρεθήκατε τα ψέματα; Δεν έχετε σιχαθεί ακόμα, τους «πολιτικούς» που άλλα λένε, άλλα σκέφτονται και άλλα εννοούν; Δεν σας απωθούν τα κομματικά «προγράμματα» που μας θεωρούν ηλίθιους και μιλάνε για τα πάντα, χωρίς να λένε τίποτα; Έλεος! Δεν θέλω άλλες «χάρες», από ανίκανους κι ανέραστους εραστές της εξουσίας, που δεν έχουν κάνει στη ζωή τους ούτε ένα μεροκάματο. Το αναφέρω, γιατί είμαι βέβαιος πως, αν είχαν εργαστεί έστω και ελάχιστα στη ζωή τους, υπό το βάρος και την ευθύνη του βιοπορισμού, θα γνώριζαν πως δωρεάν, απλώς, … δεν υπάρχει. Δωρεάν δεν είναι… τίποτα. Στα φροντιστήριά μας (με χρήματα που παράγονται με πολύ κόπο από τους ανθρώπους που μας επιλέγουν) πληρώνονται οι εργαζόμενοι (μαζί τους κι εμείς· αλήθεια, τι περισσότερο από 35 ώρες μάθημα και 70 ώρες δουλειά κάθε εβδομάδα πρέπει να κάνω, για να θεωρηθώ «εργαζόμενος» στη σκέψη της «σύγχρονης» πολιτικής «αριστεράς»;), ακριβώς όπως πληρώνονται (με χρήματα που παράγονται με πολύ κόπο από όλους τους Έλληνες, είτε τους αρέσει, είτε όχι) και οι εργαζόμενοι του διπλανού κρατικού σχολείου. Απλώς, τα χρήματα που παίρνω εγώ (εμείς) ελέγχονται καθημερινά από τους μαθητές μας και τους γονείς τους και δίνονται γιατί αξίζουν 100% τον κόπο των οικογενειών που μας εμπιστεύονται και τα παράγουν, ενώ αυτά που εισπράττουν οι (όσοι και όποιοι…) άεργοι κρατικοί υπάλληλοι, κανείς δεν τα αξιολογεί και κανείς δεν γνωρίζει εάν – και κατά πόσο – αξίζουν τις θυσίες που απαιτούνται για να καταβληθούν.
7. Είμαι ελεύθερος πολίτης μιας δημοκρατικής χώρας και ασκώ το νόμιμο επάγγελμα που επιλέγω, καταβάλλοντας, κάθε χρόνο, δεκάδες χιλιάδες ευρώ στο παμφάγο κι ανάξιο κράτος. Κανένας δεν δικαιούται να επικαλείται την «κατάργησή» μου. Κανένας. Πόσο μάλλον το κάθε – νέας ή παλαιάς κοπής – «πολιτικό στέλεχος», που περνά τη ζωή του από κομματική σύσκεψη σε κομματική σύσκεψη, μετατρέποντας με τις «ιδέες» του (και, κυρίως, με τις εξυπηρετήσεις στους πελάτες του) τη ζωή μου σε κόλαση και, όταν έρχεται η ώρα να πληρώσει για να ζήσει (όπως και όταν έρχεται η ώρα να πληρώσει τους επικοινωνιολόγους του για την εκμετάλλευση του μηνύματος της «κατάργησής» μου), πληρώνει με χρήματα που βγήκαν από τους κόπους μου (γιατί δεν εργάστηκε ποτέ για να έχει δικά του).
Σταματώ. Τις τελευταίες ημέρες, ξεσκονίζω ξανά δοξασμένα κείμενα της νιότης μου. Όχι δικά μου. Άλλων. «Μεγάλων». Δεν ζητώ καθοδήγηση (τώρα πια…). Θα μπορούσα να αναφέρω και να παραθέσω πολλές «πηγές», που καταδεικνύουν ότι, πολλές φορές στο παρελθόν, αυτά που σήμερα λανσάρονται ως «φιλολαϊκά», οδήγησαν τους εκφραστές τους στην απαξίωση (κάποτε και στην ανυπαρξία…). Δεν θα το κάνω. Δεν θα είχε νόημα.
Αναζητώ μόνο την επιβεβαίωση πως, κάπου ανάμεσα στα δυσδιάκριτα και ευμετάβλητα όρια μεταξύ «αριστερών» και «δεξιών», «συντηρητικών» και «προοδευτικών» τοποθετήσεων, υπάρχει – και αξίζει να αναζητηθεί, να προαχθεί και, απαλλαγμένη από στερεότυπα και κομματικές ταμπέλες, να επικρατήσει απέναντι στα γελοία κι απάνθρωπα κομματικά συνθήματα – η αλήθεια των απλών και άξιων ανθρώπων. Έτσι κι αλλιώς, οι άνθρωποι εφηύραν την πολιτική, για να δώσουν νόημα στη συνύπαρξή τους και αξία στη συμβίωσή τους. Οι Έλληνες, δε, εφηύραμε τη δημοκρατία, για να δώσουμε αξία στην παρέα μας…
Νομίζω, όμως, πως τίποτα από όλα αυτά δεν λειτουργεί αντίστροφα. Έτσι δεν είναι;
Δεν έχει σημασία τι θα ψηφίσω. Δεν έχει σημασία τι θα ψηφίσετε. Ό,τι και να ψηφίσω, ό,τι και να ψηφίσετε, και στις 18 Ιουνίου, θα είμαστε σκληρά εργαζόμενοι, δάσκαλοι, επιχειρηματίες (γιατί να φοβάμαι τον όρο;)… Συνειδητοποιημένοι και ευαίσθητοι πολίτες. Φροντιστές. Συνάδελφοι. Και θα είμαστε έτσι, όσο το θέλουν, οι μόνοι που έχουν σημασία: Οι μαθητές μας και οι γονείς τους.
Καλό κουράγιο. Σε όλους.
Μιχάλης Αμοιραδάκης