Το ιστολόγιο παραθέτει ένα σημαντικό άρθρο του καθηγητή κ. Στάθη Καλύβα, αναφορικά με τις αξίες της παιδείας και το πρόσημό τους στην ελληνική εκπαίδευση, το οποίο δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή της Κυριακής.
Είτε βασιστεί κανείς στις διεθνείς αξιολογήσεις και τους ποσοτικούς δείκτες είτε απλά εμπιστευθεί το προσωπικό του αισθητήριο, θα καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα: η παιδεία μας νοσεί σοβαρά. Αν μάλιστα συνεξετάσει τους ανθρώπινους και υλικούς πόρους που έχουν επενδυθεί, θα διαπιστώσει ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα σ’ αυτούς και το αποτέλεσμα. Με αφορμή μια πρόσφατη ημερίδα της Διεθνούς Διαφάνειας, επιχείρησα να προβληματιστώ για τις βαθύτερες επιπτώσεις της παιδείας. Είναι αναμφίβολο, άλλωστε, πως η παιδεία που έχουμε επιλέξει δεν είναι αμέτοχη για τη γενικότερη πορεία της χώρας. Προφανώς, η παιδεία είναι ένα σύνθετο και πολύπλευρο ζήτημα. Εδώ θα επισημάνω απλά έξι κυρίαρχες αξίες που χαρακτηρίζουν την παιδεία μας, δύο θετικές και τέσσερις αρνητικές.
Και οι δύο θετικές αξίες σχετίζονται με το σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια. Η πρώτη είναι αυτό που θα αποκαλούσα μαθησιακή πειθαρχία, κοινώς το διάβασμα. Παρά το γεγονός πως είναι μια μάλλον δυσάρεστη διαδικασία, δεν παύει να αποτελεί μια σημαντική δεξιότητα, ιδίως σε ένα κόσμο όπου κυριαρχεί το πρόβλημα της αδυναμίας συγκέντρωσης (το «attention deficit syndrome»). Το να έχεις μάθει να «διαβάζεις» ενδεχομένως εξηγεί τις καλές επιδόσεις των Ελλήνων φοιτητών στα πανεπιστήμια του εξωτερικού. Η δεύτερη είναι η αίσθηση της δικαιοσύνης και της αξιοκρατίας που ταυτίζεται με το, κατά τα άλλα παιδαγωγικά προβληματικό, σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια. Πρόκειται για έναν θεσμό που είναι αδιάβλητος, αξιοκρατικός και με σωστά δομημένα κίνητρα που συνδέουν προσπάθεια και αποτέλεσμα.
Στο αντίθετο άκρο, μπορούμε να εντοπίσουμε τέσσερις αρνητικές αξίες. Η πρώτη είναι η ταύτιση μάθησης και απομνημόνευσης που είναι σύμφυτη με την παιδεία στη χώρα μας. Η απομνημόνευση δεν στερείται παιδαγωγικής αξίας, η αναγόρευση της όμως στην κυρίαρχη μέθοδο, ιδίως της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αντανακλά τη λογική του 19ου αιώνα, όταν η πληροφορία σπάνιζε. Σήμερα που η πληροφορία είναι διάχυτη, σημασία έχει η διαχείρισή της και αυτό απαιτεί κριτική ικανότητα. Η εξάσκησή της όμως απουσιάζει από το σχολείο: σκεφθείτε απλά το πώς διδάσκεται η «έκθεση ιδεών». Το αποτέλεσμα είναι ο κομφορμισμός, η απουσία δημιουργικότητας και η αδυναμία άρθρωσης λογικών συλλογισμών. Η δεύτερη αρνητική αξία είναι ο εργαλειακός χαρακτήρας της παιδείας. Αυτή νοείται ως ένα μέσο για κάποιον σκοπό (π. χ. επαγγελματική αποκατάσταση, επιτυχία κλπ.), όχι ως αυθύπαρκτος σκοπός. Όταν όμως βλέπεις τη γνώση σαν εργαλείο συνήθως δεν την αγαπάς. Η τρίτη είναι η υπονόμευση της έννοιας του δημόσιου αγαθού που υποτίθεται πως χαρακτηρίζει την παιδεία. Όταν κανείς βλέπει την πραγματική δουλειά να γίνεται στο ιδιωτικό σχολείο, το ιδιαίτερο μάθημα ή το φροντιστήριο, υποτιμά το δημόσιο αγαθό και διδάσκεται πως ό, τι φαίνεται, δεν είναι. Έτσι γεννιέται ο κυνισμός και καλλιεργείται η υποκρισία, όταν οι διάφορες συντεχνίες που νέμονται την παιδεία κινητοποιούνται στο όνομα ενός δημόσιου αγαθού που οι ίδιες λεηλατούν. Η τέταρτη αξία, τέλος, είναι η γενίκευση της διαφθοράς που χαρακτηρίζει αρκετές πτυχές της παιδείας, από τα ιδιαίτερα μαθήματα που παραδίδουν οι εκπαιδευτικοί στους ίδιους τους μαθητές τους έως τη γενικευμένη αντιγραφή στις εξετάσεις των πανεπιστημίων.
Η προέλευση των αξιών αυτών δεν αποτελεί μυστήριο. Αφενός τις ευνοεί το πολιτισμικό υπόστρωμα. Η γενικευμένη καχυποψία και έλλειψη εμπιστοσύνης που κυριαρχεί στην κοινωνία απαιτεί έναν αντικειμενικό τρόπο επιλογής, αφού κάθε υποκειμενικός τρόπος θεωρείται εξ ορισμού διαβλητός. Έτσι, η μάθηση μετατρέπεται σε πιστή αναπαραγωγή μιας «ύλης». Αφετέρου, είναι άμεσα παράγωγα των λανθασμένων πολιτικών που εφαρμόστηκαν στο παρελθόν. Η σημερινή κακοδαιμονία του ελληνικού πανεπιστημίου έχει ένα βασικό αίτιο: τον νόμο 1268 του 1982. Έκτοτε, η ανώτατη παιδεία ζει στον αστερισμό των συνεχών και αποτυχημένων προσπαθειών να συμμαζευτεί η ζημιά του καταστροφικού αυτού νόμου.
Πώς αλλάζει αυτή η αρνητική πραγματικότητα; Οι λύσεις είναι γνωστές σε όλους και δεν θα τις επαναλάβω εδώ. Ορισμένοι θα ισχυριστούν πως οι νοοτροπίες θέλουν δεκαετίες για να αλλάξουν. Άλλοι πως η σημερινή πολιτική ατζέντα δεν ευνοεί τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις. Κάποιοι, τέλος, πως το πολιτικό κόστος είναι τεράστιο.
Στους πρώτους απαντώ πως οι νοοτροπίες αλλάζουν, αρκεί να αλλάξουν οι κανόνες. Στους δεύτερους, πως οι κρίσιμες περιστάσεις στις οποίες βρίσκεται η χώρα προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία: τώρα μόνο είναι δυνατές οι μεγάλες αλλαγές. Και στους τελευταίους πως οι κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού αλλάζουν ραγδαία, έστω και αν οι ίδιοι δεν το έχουν καταλάβει. Ο, τι ήταν πολιτικό κόστος χθες θα αποτελεί πολιτικό όφελος αύριο. Το δείχνουν και οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις: η κοινωνία είναι πολύ πιο μπροστά από τους πολιτικούς.
Το Υπουργείο Παιδείας έχει ξεκινήσει μια σοβαρή προσπάθεια να συμμαζέψει την τεράστια σπατάλη και τον ανορθολογισμό που επικρατούν στον χώρο της παιδείας. Δυστυχώς, όμως, αυτό δεν αρκεί. Το ζητούμενο δεν είναι πια να συμμαζέψουμε. Είναι να εξαρθρώσουμε τους χρεοκοπημένους θεσμούς και να τους αντικαταστήσουμε με νέους και καλύτερους.
* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Yale.