Γιατί Αποτυγχάνουν οι Μεταρρυθμίσεις;
«Οι έμποροι της γνώσης τρίβουν τα χέρια τους» δήλωσε δημόσια ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ αναφερόμενος στο νέο Λύκειο και στο συνακόλουθα αναμενόμενο εξεταστικό σύστημα που θα επιφέρει κατά την κρίση του νέα γιγάντωση της παραπαιδείας. Ζούμε δεκαετίες τώρα στον πολιτικό παραλογισμό μεταρρυθμίσεων που εξαγγέλλονται και αποτυγχάνουν. Ο ευσεβής και ανεκπλήρωτος πόθος κάθε εκπαιδευτικής αλλαγής είναι η εξαφάνιση των φροντιστηρίων. Ευτυχώς τα χρόνια πέρασαν και οι τόνοι έπεσαν. Σε άλλες εποχές θα είχαμε τους αλαλαγμούς της επερχόμενης κατάργησης των φροντιστηρίων ως αποτέλεσμα ενός νέου και αποτελεσματικού σχολείου. Σε αντίθεση όμως με τις πολιτικές ηγεσίες που επιχειρούσαν μεταρρυθμίσεις με το όραμα της απαλλαγής της ελληνικής οικογένειας από πρόσθετες και δυσβάσταχτες δαπάνες, οι ηγεσίες των καθηγητών της δημόσιας εκπαίδευσης προεξοφλούσαν πάντοτε την αποτυχία τους. Οι αγαπημένες συνήθειες της εκπαιδευτικής νόρμας επαναλαμβάνονται χωρίς ιδιαίτερες παραλλαγές και καμία προσαρμογή στα νέα κοινωνικά δεδομένα. Οι συνδικαλιστές της δημόσιας παιδείας ακόμα και εκείνοι που είναι πολιτικοποιημένοι στη φιλελεύθερη οικονομική αντίληψη, η οποία θεωρεί μέγιστη απάτη τις «λαϊκές» κορώνες περί «δωρεάν παιδείας», στοχοποιούν την ιδιωτική συνιστώσα που παράγει και προωθεί τη γνώση επ’ ανταμοιβή. Ο πολιτικός υβριδισμός της μεταπολίτευσης εξέθρεψε ατυχώς την άποψη ότι οι μισθοί και οι ανταμοιβές των δημόσιων λειτουργών δεν είναι κοινωνικοί φόροι αλλά θεόσταλτοι πόροι. Ταυτόχρονα εξέθρεψε και τη συνδικαλιστική νομιμοποίηση του πλανόδιου παρεμπορίου των μαύρων ιδιαιτέρων μαθημάτων ως αναγκαίο αντιστάθμισμα της μικρής δημόσιας αντιμισθίας. Το δημόσιο αγαθό της παιδείας πωλείται πρωτίστως από το κράτος και σε μικρότερο βαθμό από τους ιδιώτες και η πολιτεία οφείλει να διασφαλίζει με κανόνες και να πιστοποιεί με διαδικασίες την αξία της παραγόμενης εκπαίδευσης για όλους τους πολίτες. Η πολιτεία με τη συναίνεση των δασκάλων οφείλει επομένως να κοιτάξει τις αίθουσες και το προαύλιο του πρωινού σχολείου. Οι εξαγγελίες για ένα νέο Λύκειο κινούνται στη σωστή κατεύθυνση που κατέγραψε και δημιούργησε ο εκπαιδευτικός προβληματισμός των τελευταίων ετών. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα αντιλαμβάνεται την αξία των διαγνωστικών εξετάσεων, αποδέχεται το φροντιστήριο για πολλοστή φορά έστω και ως «εμβάθυνση» και προαναγγέλλει την προσομοίωση ως μίμηση πράξεως σπουδαίας και τελείας. Οι πόθοι των επόμενων αλλαγών είναι ανάγκη με τη συναίνεση όλων να ταυτιστούν με την αναβάθμιση του Λυκείου και την εξαφάνιση της αληθινής παραπαιδείας. Το ανοικτό σχολείο πρέπει να διαδεχθεί το φοβικό και περιχαρακωμένο σημερινό σύστημα παιδείας, το οποίο δεν μεταδίδει καν την κυρίαρχη ιδεολογία όπως ισχυρίζονταν παλαιότερα οι μαρξιστές θεωρητικοί της εκπαίδευσης. Οφείλουμε να αντιληφθούμε όλοι ότι το σημερινό σχολείο μεταδίδει τις αντιλήψεις μιας κοινωνίας που δεν υπάρχει και επιβάλλεται να κατανοήσουμε ότι το εκπαιδευτικό αποτέλεσμα συνδιαμορφώνεται από συνιστώσες που δεν μπορούν πλέον να είναι αντίθετες. Η επιτυχία των εκπαιδευτικών αλλαγών στο Λύκειο θα κριθεί πρωτίστως από τη συνδρομή των δασκάλων και οι ηγεσίες των εκπαιδευτικών της δημόσιας παιδείας οφείλουν να πάψουν να προεξοφλούν σε κάθε εποχή και σε κάθε μεταρρύθμιση την αποτυχία των επιχειρουμένων, η οποία εν τέλει αποτελεί την καλύτερη διαφήμιση εκείνων που οι ίδιοι αποκαλούν εμπόρους της γνώσης.