«Με ένα χτύπημα ο μαθητής θα έχει τη δυνατότητα να βλέπει το μάθημα που θέλει όποτε το θέλει», δήλωσε η υπουργός Παιδείας, δηλαδή με ένα «κλικ», εκατοντάδες χιλιάδες ελληνικές οικογένειες θα απαλλαγούν από τον οικονομικό βραχνά των φροντιστηρίων, οι μαθητές δεν θα ξοδεύουν χρόνο για το πήγαινʼ έλα και, επιπλέον, οι γονείς δεν θα γίνονται ταξιτζήδες των παιδιών τους και έτσι θα προωθηθεί και η πράσινη ανάπτυξη καθώς θα ξοδεύεται λιγότερη βενζίνη.
Σε ένα παραμύθι των αδελφών Γκριμ ένας ράφτης, που εργάζεται κλεισμένος στο μαγαζάκι του, σκοτώνει με ένα χτύπημα εφτά μύγες και αναφωνεί: «Με ένα χτύπημα, εφτά!». Τον ακούνε οι γείτονες, το νέο διαδίδεται και όλοι νομίζουν ότι εκείνος σκότωσε με ένα χτύπημα εφτά δράκους. Η είδηση φτάνει και στο βασιλιά που ζητά από το γενναίο ραφτάκο να εξολοθρεύσει τον κακό γίγαντα που ταλαιπωρεί το βασίλειο.
Με «ένα χτύπημα», λοιπόν, θα εξολοθρεύσουμε το δράκο της παραπαιδείας! Από τη μια η κυβέρνηση κλείνει/συγχωνεύει σχολεία, καταργεί την ενισχυτική διδασκαλία και τις κρατικές υποτροφίες, αλλά ανοίγει διάπλατα για τους μαθητές τις πύλες του Διαδικτύου, συνδυάζοντας τα παραμύθια των Γκριμ με τα παραμύθια της Χαλιμάς. Με ενδιαφέρον περιμένουμε, μετά το ψηφιακό σχολείο και το ψηφιακό φροντιστήριο, το ψηφιακό ράντζο που θα καταργήσει τα ράντζα στους διαδρόμους των νοσοκομείων, περιμένουμε και τον ψηφιακό παιδικό σταθμό που θα απασχολεί τα βρέφη και τα νήπια, περιμένουμε και το ψηφιακό γηροκομείο που θα αντικαταστήσει τα δαπανηρά ΚΑΠΗ. Και για να μη δημιουργείται κυκλοφοριακό χάος και να παρακωλύεται η λειτουργία της πόλης, περιμένουμε να θεσμοθετηθεί και η ψηφιακή διαδήλωση, ώστε με «ένα χτύπημα» ο πολίτης να εκφράζει τη διαμαρτυρία του. Κι έτσι θα ζούμε όλοι ευτυχισμένοι σε μια ελεύθερη εικονική ζωή.
Άρθρο της Μαριάννας Τζιαντζή στην ανεξάρτητη εφημερίδα της Αριστεράς, «Πρίν»
Μια ακόμη έκφραση της κοντόφθαλμης οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης , που “δικαιολογεί” την ανεπάρκεια των πανάκριβων αλλά ατελέσφορων εκπαιδευτικών υπηρεσιών του κράτους με τα ψηφιακά υποκατάστατα , είναι εμφανής. Ταυτοχρόνως υποκαθιστά αναλόγως και την άλλοτε παρεχόμενη και ιδιαιτέρως σπάταλα και εξίσου αναποτελεσματικά λειτουργήσασα πρόσθετη διδακτική στήριξη.
Προφανώς η εκπαιδευτική διαδικασία αυτό είναι στην αντίληψη των ιθυνόντων: μια απλή τεχνική παροχής εύπεπτων γνώσεων. Το ανθρώπινο στοιχείο, η ψυχοπαιδαγωγική σχέση, η ιδεολογική αναγωγή, αλλά και η κριτική επεξεργασία των διδαχθέντων αποτελεί γι’ αυτούς περιττή πολυτέλεια, ανεπίκαιρο κατάλοιπο ενός απωθημένου παρελθόντος που δεν έχει θέση στη σύγχρονη ανταγωνιστική τεχνοκρατική παγκοσμοιοποιημένη εκπαιδευτική και όχι μόνο πραγματικότητα.
Και αν για όλα αυτά έχουν πείσει πολλούς από τους πολίτες αλλά και εκπαιδευτικούς του δημόσιου τομέα, προκειμένου να ενεργούν με αντίστοιχα κριτήρια στο εκπαιδευτικό τους έργο, τι απομένει ως αποστολή, ευθύνη και έγνοια για μας τους φροντιστές, αν εμείς διακρίνουμε το “κενό”, το υπάρχον “έλειμμα”;
Ωστόσο “ποιος με πόνο θα μιλήσει για όλα αυτά;” , για να θυμηθώ τον Αναγνωστάκη και προ παντός πόσοι από μας είναι έτοιμοι για μια αποστολή, που θα έχει τη δύναμη να ανατρέπει τα σχέδιά τους όχι μόνο στην εκπαίδευση ασφαλώς;
Στέλλα Αλιγιζάκη