Αρχές του 19ου αιώνα. Ο γάλλος φιλελεύθερος οικονομολόγος Φρεντερίκ Μπαστιά ανησυχεί θεωρώντας ότι ο δωρεάν χαρακτήρας της παιδείας, σε συνδυασμό με τη «μόρφωση», μπορεί να αποτελέσει το πρώτο βήμα για την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας.
«Από τη στιγμή που καθιερώθηκε η δημοκρατία(1) γίνεται πολύ λόγος για τη δωρεάν εκπαίδευση. Πρόκειται για κομμουνισμό εφαρμοσμένο σε έναν κλάδο της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η εκπαίδευση θα είναι δωρεάν; Ε, τότε, ο κόσμος δεν πρέπει να ζητάει από το κράτος μονάχα δωρεάν εκπαίδευση, αλλά και δωρεάν τροφή, κι ένα σωρό άλλα πράγματα… Γιατί όχι; Μήπως δεν είναι η τροφή ακόμα πιο αναγκαία κι από τη μόρφωση; Ας προσέξουμε, λοιπόν. Ο λαός έχει φθάσει σχεδόν σε αυτό το σημείο. Ξεγελαστήκαμε από μια λέξη κι έχουμε κάνει ένα βήμα προς τον κομμουνισμό. Και γιατί άραγε δεν θα κάνουμε και ένα δεύτερο, κι ύστερα ένα τρίτο, μέχρι να καταλήξουμε στο σημείο να χαθεί κάθε ελευθερία, κάθε ιδιοκτησία, κάθε δικαιοσύνη; Primo vivere, deindre plilosophare (Πρώτα να ζήσουμε, κι ύστερα να φιλοσοφήσουμε), θα μας πει ο λαός, και δεν ξέρω, στ' αλήθεια, τι θα μπορέσουμε να του αντιτάξουμε». Δείτε στη συνέχεια τις απόψεις πέντε σπουδαίων προσωπικοτήτων περί της κρατικής παιδείας (πηγή «Ε»).
Αυτό το απόσπασμα αναφέρεται από τον Remy Herrera στο «Un autre capitalisme n'est pas possible» (Ένας άλλος καπιταλισμός δεν είναι εφικτός), Syllepse, Παρίσι, 2010. Το 1859 στο δοκίμιό του «Περί ελευθερίας», ο βρετανός φιλελεύθερος φιλόσοφος Τζον Στιούαρτ Μιλ αντιπαραθέτει τη χειραφέτηση και το κρατικό εκπαιδευτικό σύστημα.
«Μια γενικευμένη και κρατικοποιημένη εκπαίδευση δεν είναι τίποτε άλλο από έναν μηχανισμό διαμόρφωσης των ανθρώπων έτσι ώστε να είναι όλοι όμοιοι μεταξύ τους• και το καλούπι που επιλέγεται είναι εκείνο που εξυπηρετεί τις εξουσίες που κυριαρχούν μέσα στην κυβέρνηση, είτε πρόκειται για τον μονάρχη, είτε για τον κλήρο, είτε για την αριστοκρατία, είτε για την πλειονότητα μιας συγκεκριμένης γενιάς. Μάλιστα, εάν αυτός ο μηχανισμός αποδειχθεί αποτελεσματικός και επιτυχημένος, επιβάλλει στον δεσποτισμό πάνω στο πνεύμα, ο οποίος αναπόφευκτα θα οδηγήσει και σε στον δεσποτισμό πάνω στο σώμα».
Το 1889 ο Ουίλιαμ Τόρεϊ Χάρις, αμερικανός φιλόσοφος και τότε υπουργός Παιδείας, συνοψίζει την αποστολή του υπουργείου του.
«Τα σχολεία μας έχουν σχεδιαστεί με επιστημονικό τρόπο, για να εμποδίσουν τον καθένα να αποκτήσει υπερβολική μόρφωση. Ο μέσος Αμερικανός οφείλει να αρκεστεί στο ρόλο που είναι προδιαγεγραμμένος γι' αυτόν, χωρίς να μπαίνει στον πειρασμό να επιχειρήσει κάποιον άλλο». Το 1906 ο αμερικανός φιλάνθρωπος Τζον Ντέιβινσον Ροκφέλερ περιγράφει την εκπαίδευση την οποία η γενναιοδωρία του θα μπορούσε να καταστήσει εφικτή.
«Δεν θα προσπαθήσουμε να κάνουμε φιλόσοφους ή επιστήμονες αυτούς τους ανθρώπους, ούτε τα παιδιά τους. Δεν είναι δική μας δουλειά να ξυπνήσουμε μέσα τους συγγραφείς, τους παιδαγωγούς, τους ποιητές ή τους ανθρώπους των γραμμάτων. Δεν αναζητούμε μεγάλους καλλιτέχνες, ζωγράφους, μουσικούς, δικηγόρους, γιατρούς, ιερείς, πολιτικούς, κυβερνητικά στελέχη: έχουμε ήδη αρκετούς από όλες αυτές τις κατηγορίες. Η δική μας δουλειά είναι απλή. Θα οργανώσουμε την εκπαίδευση των παιδιών με τέτοιον τρόπο, ώστε να τους μάθουμε να κάνουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτό που οι πατέρες τους και οι μητέρες τους κάνουν σήμερα με ατελή τρόπο».
Το 1984 ο αμερικανός νεοφιλελεύθερος οικονομολόγος Μίλτον Φρίντμαν ονειρεύεται ένα εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο θα λειτουργεί εξ ολοκλήρου με βάση τους νόμους της αγοράς. «Σε αυτό το σύστημα, οι γονείς θα λάμβαναν εκπαιδευτικά κουπόνια (vouchers) τα οποία θα αντιστοιχούσαν με ακρίβεια στην αξία του ποσού το οποίο το κράτος οφείλει να δαπανήσει για να εξασφαλίσει τη φοίτηση των παιδιών τους σε σχολείο. Όπως συμβαίνει και σήμερα, όλοι οι πολίτες θα πλήρωναν τους φόρους τους για να χρηματοδοτήσουν την εθνική εκπαίδευση, είτε έχουν παιδιά είτε όχι, είτε αυτά πηγαίνουν σε δημόσιο σχολείο είτε σε ιδιωτικό. Η σημαντική διαφορά συνίσταται στο γεγονός ότι επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των γονέων να επιλέξουν πού θα φοιτήσουν τα παιδιά τους, και όχι σε εκείνη των γραφειοκρατών. Κι αυτό είναι ένα σημείο με κρίσιμη σημασία. Με αυτόν τον τρόπο, θα καθόριζαν σε ποιο σχολείο θα πήγαιναν τα παιδιά τους και αυτό το σχολείο θα εξασφάλιζε έτσι μεγαλύτερη χρηματοδότηση. Σε αυτήν την περίπτωση, οι γονείς που θα έστελναν τα παιδιά τους σε ένα ιδιωτικό σχολείο θα απαλλάσσονταν -τουλάχιστον εν μέρει- από τη διπλή υποχρέωση χρηματοδότησης της εκπαίδευσης: κι αυτό, γιατί σήμερα με τους φόρους τους χρηματοδοτούν τη δημόσια εκπαίδευση, ενώ ταυτόχρονα καταβάλλουν δίδακτρα στο ιδιωτικό σχολείο. Με αυτόν τον τρόπο, τόσο οι καθηγητές όσο και η διεύθυνση των σχολείων θα διέθεταν τα μέσα που είναι αναγκαία για να ικανοποιήσουν πραγματικά τους πελάτες τους: τους μαθητές».
Αυτό το απόσπασμα αναφέρεται από τον Remy Herrera στο «Un autre capitalisme n'est pas possible», Syllepse, Παρίσι, 2010.
(1) (ΣτΜ): η οποία προέκυψε από τη Γαλλική Επανάσταση. Πηγή «Ε»