Ο Θάνος Βερέμης πρόεδρος της ολομέλειας του ΕΣΥΠ εντοπίζει στην σημερινή Καθημερινή τις πηγές της κακοδαιμονίας στην εκπαίδευση και καταγράφει την επιδεινούμενη καχυποψία ανάμεσα στο "δημόσιο" κράτος και τους ιδιώτες.Το προτεινόμενο αντίδοτο του δημόσιου απογευματινού φροντιστηρίου είναι μία καλή λύση για ρομαντικούς κρατιστές η οποία δεν θα εξαφανίσει την ιδιωτική συνιστώσα.Εμείς κ. Βερέμη δεν ανησυχούμε γιατί οι αριστεροί και δεξιοί -ενιοτε και οι φιλελεύθεροι- κρατιστές όπως εσείς αγνοείτε παντελώς τι συντελείται παιδαγωγικά και εκπαιδευτικά στο Ελληνικό Φροντιστήριο.Το αγνοείτε ηθελημένα γιατί είσθε πρόεδρος του Συμβουλίου της Κρατικής Παιδείας.Ουδέποτε επισκεφθήκατε ένα φροντιστήριο για να μορφώσετε άποψη, ουδέποτε μιλήσατε με τους φροντιστές.Έχετε μία ρομαντική άποψη την οποία φιλοξενούμε με σεβασμό και εκτίμηση όμως στις δυνάμεις της Εθνικής Παιδείας είναι και οι Φροντιστές,το έργο των οποίων αγνοείτε.Δείτε το άρθρο του κ.Βερέμη:
Τα περισσότερα προβλήματα στον δημόσιο βίο μας έχουν τις πηγές τους στην προβληματική σχέση ενός καχύποπτου κράτους με τους ανυπάκουους – υπηκόους του. Ετσι και η κακοδαιμονία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και η προετοιμασία για τις πανελλαδικές εξετάσεις, η οποία αφέθηκε στα ιδιωτικά φροντιστήρια, έχουν τη ρίζα τους στην παλιά και συνεχώς επιδεινούμενη καχυποψία ανάμεσα στο δημόσιο και τους ιδιώτες. Η έλλειψη αξιοπιστίας του δημοσίου έναντι των πολιτών και η παραβατικότητα των τελευταίων που ασκείται με κάθε μέσο, εξηγούν σε μεγάλο βαθμό το φαινόμενο της αγκύλωσης που κατατρύχει το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Ο Αλέξης Δημαράς μιλάει για την «ψύχωση της αντικειμενικότητας» που χαρακτηρίζει τις εξετάσεις ώστε να μην υπεισέρχεται η πιθανότητα να διαπράττονται λαθροχειρίες. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο ο παπαγαλισμός θριαμβεύει στη διδακτέα ύλη και απαιτείται στη συνέχεια από τους εξεταζόμενους. Η έλλειψη αμοιβαίας εμπιστοσύνης ανάμεσα στο κράτος και τους πολίτες καταδικάζει έναν λαό σε σταδιακή νοητική παρακμή. Η εκπαίδευση που χτίζεται πάνω σε αναχρονιστικά στερεότυπα, και φοβάται να πειραματιστεί ή να αφήσει ελεύθερη τη φαντασία, καθηλώνεται στη στεγνή απομνημόνευση πληροφοριών. Τα φροντιστήρια, τουλάχιστον για την ύλη των ανθρωπιστικών σπουδών, αναπαράγουν ακριβώς μια διδασκαλία που δεν σηκώνει διαφορετικές ερμηνείες και αυτοσχεδιασμούς. Τα θέματα στα οποία εκτίθενται οι σπουδαστές είναι του τυφλοσούρτη που διευκολύνει μόνο τους διορθωτές. Η δημιουργικότητα αποθαρρύνεται και αμείβεται η απομνημόνευση των διδακτέων θεμάτων, ακόμα και στην Εκθεση Ιδεών.
Σταδιακά το Λύκειο εγκαταλείπεται από τους μαθητές, οι οποίοι αναζητούν εγκυρότερους προγυμναστές για τις εισαγωγικές εξετάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Δημιουργήθηκε έτσι μια παράπλευρη εκπαίδευση στα φροντιστήρια, η οποία δεν αναπληρώνει μεν τις χαμένες βασικές γνώσεις του Λυκείου, αλλά ασκεί τους υποψήφιους σε δεξιότητες συμβατές με τις απαιτήσεις των εισαγωγικών. Στο απορφανισμένο από μαθητές Λύκειο οι καθηγητές διαθέτουν όλο και περισσότερο χρόνο για εξωσχολικές απασχολήσεις, ενώ η βαθμολογία ακολουθεί μια ανοδική πληθωριστική πορεία. Είναι περιττό να επισημάνουμε ότι η βαθμολογία αυτή δεν αποτελεί τεκμήριο για τις πραγματικές επιδόσεις των μαθητών στο Λύκειο και έτσι δυστυχώς δεν είναι δυνατό να αποτελέσει κριτήριο για την εισαγωγή σε πανεπιστημιακές σχολές υψηλής ζήτησης.
Πρόκειται για μια μοναδική ελληνική ευρεσιτεχνία: Η δημόσια δευτεροβάθμια εκπαίδευση να τροφοδοτεί μια ιδιωτική, με όλες τις σχετικές οικονομικές επιβαρύνσεις, αλλά και την υποχρέωση να παρακολουθεί τους δεσμευτικούς δημόσιους κανόνες.
Είναι πλέον φανερό ότι η προσθήκη διευκολύνσεων στο υπάρχον σύστημα, όπως οι πολλαπλές εξεταστικές ευκαιρίες για τους αγχωμένους εξεταζόμενους (πολλαπλασιάζοντας έτσι και τις περιόδους του άγχους) ή ο συνυπολογισμός των βαθμών του Λυκείου στα κριτήρια της εισαγωγής στη γη της επαγγελίας των ΑΕΙ, ουδεμία λύση προσφέρει στο πρόβλημά μας.
Θα πρέπει πρώτα από όλα να επαναφέρουμε τους μαθητές στο Λύκειο. Οχι με κίνητρα διευκολύνσεων, αλλά με την υποχρέωση της παρακολούθησης προκειμένου να περάσουν σε ένα παράλληλο απογευματινό στάδιο εθνικού φροντιστηρίου, όπου τα κανονικά πρωινά μαθήματα θα διδάσκονται σε μεγαλύτερο βάθος και με περισσότερες απαιτήσεις. Οποιοι θα επιθυμούν να εγγραφούν στα φροντιστήρια αυτά προκειμένου να είναι σε θέση να υποστούν τις εισαγωγικές εξετάσεις για τα ΑΕΙ, θα είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθούν τα κανονικά μαθήματα του Λυκείου, ως προαπαιτούμενα. Ετσι το εθνικό φροντιστήριο θα ξαναφέρει τους μαθητές σε ένα ολοήμερο Λύκειο. Είναι φανερό ότι η ύλη του κανονικού σχολείου θα συνεισφέρει και στο δημόσιο φροντιστήριο. Το διδακτικό προσωπικό του τελευταίου όμως, θα ανήκει σε μια κατηγορία καθηγητών agrege (διακεκριμένοι καθηγητές). Στα γαλλικά Λύκεια οι μαθητές μπορούν μετά από κτήση του απολυτηρίου να προετοιμαστούν από καθηγητές agrege για τις εισαγωγικές εξετάσεις των Grandes Ecoles (των σχολών με υψηλή ζήτηση).
Μια εναλλακτική λύση θα ήταν οι εξετάσεις σε κάθε τάξη του Λυκείου να διεξάγονται από εξωτερικούς εξεταστές με ενιαία θέματα για όλα τα σχολεία. Εφόσον αναβαθμιστεί η αξιοπιστία των αποτελεσμάτων, θα είναι δυνατόν να υπολογιστεί το σύνολο των επιδόσεων ενός μαθητή κατά τα τρία χρόνια του Λυκείου και να μετρήσει ως βασικό κριτήριο εισαγωγής στα ΑΕΙ. Συμπληρωματικά μπορεί να ισχύσει και κοινή εξέταση στη γλώσσα και τα μαθηματικά κατά το αμερικανικό SAT. Οι μαθητές θα επιστρέψουν στο Λύκειο, αφού η είσοδός τους στα ΑΕΙ θα εξαρτάται από τις εκεί επιδόσεις τους και οι καθηγητές τους θα αξιολογούνται από τη βαθμολογία των εξωτερικών εξεταστών.
Οι αλλαγές αυτές θα είναι όμως χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο αν δεν αλλάξει ριζικά η ύλη και ο τρόπος με τον οποίο διδάσκεται από την αρχή της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτές οι αλλαγές προϋποθέτουν περισσότερη ελευθερία και όχι ομοιομορφία στις σχολικές μονάδες, αξιολόγηση του διδακτικού έργου και πραγματική μετεκπαίδευση των καθηγητών, συμβατή με τις απαιτήσεις των καιρών.
* Ο κ. Θάνος Βερέμης είναι πρόεδρος του ΕΣΥΠ.