Ο νέος Γενικός Γραμματέας της Παιδείας κάνει πράξη την άμεση δημοκρατία του διαδικτύου και αναρτά σχεδόν καθημερινά σκέψεις και ημερήσιους απολογισμούς. Η σημερινή του ανάρτηση έχει σχέση με τα φροντιστήρια και τις εξετάσεις και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Η πολιτική στην παιδεία και το σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η κλασική πολιτική προτεραιότητα στο Yπ. Παιδείας και μια από τις πρώτες ενέργειες των πολιτικών του ηγεσιών όταν αναλαμβάνουν τις ευθύνες του υπουργείου, είναι η διαμόρφωση ενός νέου συστήματος πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Αυτό συνδυάζεται με την προσπάθεια ανταπόκρισης στο (δίκαιο και εύλογο) αίτημα της κοινωνίας για περιορισμό των φροντιστηρίων.
Βέβαια αυτός είναι και ένας «εύκολος» τρόπος να φανεί ότι το Υπουργείο παράγει «μεταρρυθμίσεις». Εύκολος υπό την έννοια ότι αποτελεί ρύθμιση και όχι πραγματική αλλαγή: το εξεταστικό είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Και αν δεν κοιτάξουμε τι βρίσκεται κάτω από το νερό, οποιοδήποτε και να είναι το εξεταστικό σύστημα, θα βρίσκουμε τα ίδια προβλήματα μπροστά μας.
Την άποψη αυτή την έχω διαμορφώσει μετά από χρόνια εμπειρίας και έχω πεισθεί για το λάθος της προσέγγισης αυτής, για μια σειρά από λόγους.
Πριν εξηγήσω την άποψη μου θα δοκιμάσω μια ιστορική αναδρομή που θα βοηθήσει την επιχειρηματολογία μου.
Οι περισσότεροι υπουργοί Παιδείας ξεκίνησαν με αυτό ως πολιτική. Μερικοί μάλιστα, το συνδύασαν με τον στόχο της κατάργησης των φροντιστηρίων. Ποιό είναι το αποτέλεσμα; Σε κάθε τέτοια προσπάθεια, τα φροντιστήρια γίνονται περισσότερο αναγκαία και όλοι συζητούν για το «νέο σύστημα». Και όταν ο βασικός στόχος μιας πολιτικής αποτυγχάνει, όλα τα άλλα είναι ακαδημαϊκή συζήτηση.
Παρενθετικά μάλιστα θα έλεγα ότι τα στοιχεία δείχνουν ότι όποτε ανακοινώνεται ένα νέο σύστημα, η πελατεία των φροντιστηρίων διευρύνεται. Και αυτό είναι εύκολα εξηγήσιμο. Τα φροντιστήρια, ως ιδιωτικές μονάδες, προσαρμόζονται ευκολότερα και ταχύτερα στα νέα δεδομένα. (Θυμάμαι το 1995 όταν θέσαμε σε δημόσιο διάλογο την πρόταση για το Εθνικό απολυτήριο, η ένωση φροντιστών παρουσίασε ταχύτατα ένα φυλλάδιο που ανέλυε το σύστημα!)
Είναι φανερό λοιπόν ότι όλες οι προηγούμενες προσπάθειες απέτυχαν. Γι’ αυτό άλλωστε συζητάμε πάλι σήμερα μετά τις εκλογές, -όπως και πριν τις εκλογές- για το ίδιο θέμα.
Ποιοί είναι οι λόγοι της αποτυχίας;
Το σύστημα πρόσβασης είναι ένα τεχνικό ζήτημα. Είναι το μεταβατικό στάδιο μιας εκπαιδευτικής φάσης και η απαρχή μια άλλης. Για να είναι επιτυχές, πρέπει ικανοποιεί τους στόχους που είχαν τεθεί για την μαθησιακή διαδικασία στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση και να διασφαλίζει ότι τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ, η άλλη πλευρά την διάβασης, θα υποδέχονται τους φοιτητές που θα ήθελαν να εκπαιδεύσουν.
Έχει συμβεί ποτέ αυτό; Θα έλεγα όχι. Όταν στην αρχή κάθε χρονιάς κυνηγάμε τα κενά στα σχολεία, τις αποσπάσεις και την πρόσληψη ωρομισθίων, την αποστολή του μοναδικού βιβλίου για κάθε μάθημα σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, όταν δηλαδή δεν έχουμε εξασφαλίσει την σωστή εκπαιδευτική διαδικασία στο γυμνάσιο και στο Λύκειο δεν μπορούμε να προχωρήσουμε στο άλλο βήμα.
Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε ούτε αν από την άλλη πλευρά δεν επιτρέψουμε στα Ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης να έχουν την αποκλειστική ευθύνη διαμόρφωσης του τρόπου λειτουργίας τους με κοινωνική λογοδοσία και με την δυνατότητα να μπορούν να καθορίζουν την φυσιογνωμία των φοιτητών που θέλουν να εκπαιδεύουν.
Αυτά προηγούνται. Όταν αυτό το πλαίσιο διαμορφωθεί, η επιλογή συστήματος μετάβασης από την μια βαθμίδα στην άλλη είναι ένα τεχνικό θέμα που μπορεί να διαμορφωθεί από ειδικούς, χωρίς κομματικές αντιπαραθέσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι ελάχιστες είναι οι χώρες στις οποίες το σύστημα πρόσβασης αποτελεί εθνικό θέμα.
Γιατί βέβαια, δεν μπορεί να είναι θέμα εθνικού διαλόγου αν οι υποψήφιοι εξετάζονται σε 4 ή 6 μαθήματα ή αν θα υπάρχει τράπεζα θεμάτων ή αν οι εξετάσεις είναι εθνικές ή περιφερειακές.
ΥΓ. Και μια αναφορά στα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα. Έχουν αναχθεί σε εικονικό εχθρό ενώ ταυτόχρονα όλοι προσφεύγουν σε αυτά.
Τα φροντιστήρια είναι δύσκολο να εκλείψουν όταν υπάρχει διαγωνισμός για περιορισμένες θέσεις σε σχολές υψηλής ζήτησης. Τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα παρέχουν την ευχέρεια εκμάθησης τεχνικών για την αντιμετώπιση εξετάσεων. Δυστυχώς, στην χώρα μας (ακόμα και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση), έχουμε αναγάγει τις εξετάσεις και τον χρόνο φοίτησης σε μοναδικό κριτήριο αποτίμησης της γνώσης των αποδεκτών της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Εξ’ ου και η άνθηση των φροντιστηρίων. Και έχουμε φροντιστήρια και για τα πανεπιστήμια και για το ΑΣΕΠ και οπουδήποτε αλλού γίνεται διαγωνισμός.
Ο περιορισμός της ανάγκης προσφυγής στα φροντιστήρια δεν μπορεί να γίνει ούτε με εξαγγελίες ούτε με διοικητικά μέτρα. Ούτε βέβαια με κρατικά φροντιστήρια.
Ο περιορισμός (και όχι η εξάλειψη), θα επιτευχθεί όταν η ποιότητα της δημόσιας (αλλά και της ιδιωτικής) εκπαίδευσης βελτιωθεί