Το Εκκρεμές της Εξεταστικής Ταλάντωσης μας

Προσφιλές θέμα και διαχρονικός πειρασμός το εξεταστικό σύστημα. Η νεοελληνική εκπαίδευση μετήλθε πολλών αλλαγών και τροποποιήσεων, καθώς όλες οι φιλόδοξες “μεταρρυθμίσεις” εξαντλούσαν τη δυναμική τους στο μαγικό συνδυασμό μαθημάτων και σχολών, που θα εξουδετέρωνε παθογένειες και δυσλειτουργίες της δευτεροβάθμιας.

Η απουσία όμως μιας σταθερής στρατηγικής στο Λύκειο αλλά και στις χαμηλότερες βαθμίδες, οδηγεί σε γραφικές παλινδρομήσεις που υπογραμμίζουν την μεσογειακή μας ασυνέπεια. Σταχυολογώ ενδεικτικά παραδείγματα:

Επαναφορά των εξετάσεων στη Β’ Λυκείου, τις οποίες λίγα χρόνια πριν η παρούσα κυβέρνηση κατήργησε ∙ πολλαπλό βιβλίο στο Λύκειο, το οποίο στο πρόσφατο παρελθόν η κυβέρνηση που το εισήγαγε το κατήργησε ως ασύμβατο μάλιστα με τις απαιτήσεις των εξετάσεων ∙ προσομοίωση εξετάσεων από το δημόσιο σχολείο, που κάποτε απαγορεύθηκαν από τον πέτρινο προοδευτισμό με πράξη νομοθετικού περιεχομένου για τα φροντιστήρια ∙ εκπαιδευτικές καινοτομίες που εξαγγέλθηκαν, προετοιμάσθηκαν με υπέρογκες δαπάνες και ουδέποτε εφαρμόσθηκαν, όπως το test δεξιοτήτων ∙ έμφαση στη γενική παιδεία με πανελλαδικές σε 14 μαθήματα που ύστερα έγιναν 9 και λίγο αργότερα 6, με την πιθανότητα πριν περάσει μια δεκαετία να επανέλθουμε στα 4 μαθήματα των δεσμών.

Η πρόταση Βερέμη, που πριν από λίγες μέρες είδε το φως της δημοσιότητας, κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και ταυτίζεται σε πολλά σημεία με τις απόψεις των εκπαιδευτικών φροντιστών για το εξεταστικό που κατατέθησαν στο δημόσιο διάλογο ένα χρόνο πριν.

Το εκκρεμές της εκπαιδευτικής μας ταλάντωσης θα συνεχίσει την ατέρμονη παλινδρόμησή του, αν δεν απαλλαγούμε άμεσα από φόβους και ιδεοληψίες. Το φόβο των εξετάσεων, διαγνωστικών και κατατακτήριων, και την ιδεοληπτική αντίδραση σε καινοτομίες σύνδεσης του σχολείου με την κοινωνία.

Χρειαζόμαστε, πριν από την οριστική και σε βάθος χρόνου διευθέτηση του εξεταστικού ανεκδότου, ένα Λύκειο ισχυρό στη συνείδηση των μαθητών και των γονέων. Ένα καλό σχολείο γενικής παιδείας προσηλωμένο στον εκπαιδευτικό του στόχο χωρίς την κακώς εννοούμενη επιείκεια που το καταδυναστεύει σήμερα. Όσοι παροικούμε την Ιερουσαλήμ της εκπαίδευσης δεν έχουμε την αίσθηση ότι η κατάργηση των εξετάσεων της Β’ Λυκείου βελτίωσε την κατάσταση ∙ μάλλον το αντίθετο συνέβη.

Με αυτήν ακριβώς την οπτική ας κρατήσουμε πρώτα – πρώτα τις εξαιρετικές προτάσεις αναβάθμισης του Λυκείου με διαθεματικά σχέδια δράσης, με ουσιαστική και αντικειμενική αξιολόγηση των μαθητών αλλά και του εκπαιδευτικού έργου, με νέα αναλυτικά προγράμματα και με το πολλαπλό βιβλίο  που εξασφαλίζει την πολλαπλή πρόσβαση στη γνώση. Οι εικονικές “λευκές” εξετάσεις, αλλά και το παράλληλο απογευματινό φροντιστηριακό μάθημα που εισηγείται η επιτροπή, αναδεικνύουν πτυχές της εκπαίδευσης που στο παρελθόν δαιμονοποιήθηκαν αρκούντως. Η ιστορική σύγκλιση της δημόσιας και της ιδιωτικής παιδείας πλησιάζει και η πολιτεία οφείλει να θέσει το πλαίσιο της δημιουργικής συνύρπαξης.

Οι καινότομες για μας, αλλά απολύτως αναγκαίες στο νέο παγκόσμιο περιβάλλον, προτάσεις για προσομοίωση εργασίας, για επαγγελματικό προσανατολισμό, για την πληροφορική και τις ξένες γλώσσες απαιτούν θαρρετά βήματα, ευρύτερες συναινέσεις και πολιτική τόλμη.

Ο λαϊκισμός των απανταχού εκπροσώπων της αντίστασης σε κάθε αλλαγή στη δημόσια εκπαίδευση απομονώνει το σχολείο από την κοινωνία και με δεδομένη την λογική της κρατικής χρηματοδότησης λειτουργεί σε βάρος των ασθενέστερων οικονομικά τάξεων εν ονόματι των οποίων η παιδεία μας είναι “δωρεάν”.

Πριν φθάσουμε  σ’ ένα “νέο” εξεταστικό πλαίσιο, η κοινωνία απαιτεί να επαναπροσδιορίσουμε την Λυκειακή βαθμίδα και να μη λησμονούμε ότι οι μορφωτικοί της στόχοι αποτελούν το λογικό προαπαιτούμενο για την συνέχιση των σπουδών.

 

Δημοσιεύθηκε στις 2/02/2008 στον Κόσμο του Επενδυτή

 

Μέτρα θωράκισης της εξεταστικής διαδικασίας

Σημαντικά μέτρα θωράκισης της εξεταστικής διαδικασίας προαναγγέλλει δημοσίευμα του Έθνους της Κυριακής επικαλούμενο έγκυρες πηγές του Υπουργείου Παιδείας.

Τα μέτρα περιλαμβάνουν περιορισμό των γραπτών που διορθώνει κάθε βαθμολογητής, πολλαπλό έλεγχο των αποτελεσμάτων των υποψηφίων των στρατιωτικών σχολών, πιλοτικό πρόγραμμα πρότυπης βαθμολόγησης  των γραπτών, σύστημα ηλεκτρομαγνητικής σάρωσης για την απενεργοποίηση των κινητών σε 1.100 εξεταστικά κέντρα και ανάρτηση των θεμάτων των Πανελλαδικών στο Διαδίκτυο μισή ώρα μετά την ολοκλήρωση της επίδοσης τους και στο τελευταίο εξεταστικό κέντρο!

Εξαιρετικές προτάσεις οι οποίες κατ’επανάληψη έχουν τεθεί στο διάλογο από τους φροντιστές αρκετά χρόνια πριν. Αν μάλιστα το Υπουργείο Παιδείας υιοθετούσε και την λειτουργία ανεξαρτήτων επιτροπών έμπειρων συναδέλφων για τη λύση των θεμάτων, χωρίς να εξαιρούνται και οι μαχόμενοι φροντιστές απο αυτές, θα είχαμε μια σαφή αναβάθμιση και της θεματοδοσίας των Πανελλαδικών.

Σε ότι αφορά την ανάρτηση των θεμάτων στο Διαδίκτυο μισή ώρα μετά την ολοκλήρωση της αναπαραγωγής τους στα εξεταστικά κέντρα, σημαίνει πρακτικά ότι στις 9:15 το πρωί θα΄ναι  προσβάσιμα σε όλους. Με το τρόπο αυτό το Υπουργείο Παιδείας και η κοινή λογική δίνει μια αποστομωτική απάντηση σε όσους κατασκεύασαν τον περασμένο Ιούνιο τον τηλεοπτικό παροξυσμό της “διαρροής” στις 10 το πρωί.

Μια “διαρροή” την οποία σκηνοθέτησε  με ιδιαίτερη φαντασία ο δαιμόνιος ρεπόρτερ της παραπληροφόρησης και αναμάσησαν πολλοί στην πολιτική και την έντυπη δημοσιογραφία.

Με την απόσταση του χρόνου και μπρεχτική θεώρηση ξαναδιαβάζω ευχαρίστως το βιβλίο του Λεμπέση “Η τεράστια σημασία των  βλάκων εν τω συγχρόνω βίω”. Τη βλακεία πολλοί αγάπησαν τον βλάκα κανείς…

 

 

Τα φροντιστήρια στην Ελλάδα: Η Ιστορία και οι Άνθρωποι 1860 – 1940

Κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες το νέο βιβλίο του απόμαχου Φροντιστή Λευτέρη Τσίλογλου από τις εκδόσεις Κέδρος. Παραθέτουμε τον πρόλογο του εκπληκτικού βιβλίου που ανατρέπει οριστικά τους εγχώριους μύθους και μας θυμίζει το Γιώργο Σεφέρη που έγραφε “Σβήνοντας ένα κομμάτι από το παρελθόν είναι σα να σβήνεις ένα αντίστοιχο κομμάτι απ’το μέλλον”. Το φροντιστήριο δε μπορεί πλέον να αντιμετωπίζεται ως ευκαιριακό εγχώριο φαινόμενο αλλά ως διαχρονικό και διεθνές εκπαιδευτικό γεγονός.

H έκδοση του βιβλίου «Τα φροντιστήρια στην Ελλάδα: Η ιστορία και οι άνθρωποι» άνοιξε τη συζήτηση πάνω σ’ ένα θέμα, που όλως παραδόξως δεν είχε μέχρι σήμερα ιστορηθεί. Για πολλούς, αποτέλεσε έκπληξη ή καινούργια γνώση ότι το φαινόμενο των φροντιστηρίων έχει πίσω του μια τόσο μεγάλη ιστορία. Έχοντας συνδέσει το θέμα με τις απαξιωτικές κορώνες, που σε κάθε ευκαιρία ακούγονται σα δίσκος γραμμοφώνου, επαναλαμβάνουν μονότονα το ίδιο τραγούδι.

Ε, λοιπόν δεν είναι έτσι.

Πίσω από το θεσμό, υπήρξαν άνθρωποι με προσφορά και έργο, με αξία και δυνατότητες. Άνθρωποι που είχαν όραμα για την παιδεία και που προσπάθησαν, στο βαθμό που μπορούσαν, να το πραγματώσουν.

Για το βιβλίο, μέχρι τώρα υπήρξαν θετικές κρίσεις, υπήρξαν και αρκετές καλές κριτικές. Τα κείμενα αυτά τα ενσωματώνω στο τέλος του τόμου. Ανεπίσημες απόψεις και κρίσεις δεν ξέρω τι υπήρξαν και τι ακουστήκαν. Σε μένα μένει μια θετική γεύση πως άνοιξα το θέμα πάνω σε μια διάσταση της εκπαίδευσης, που αντιμετωπίστηκε σαν αποπαίδι ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι έτσι.

Ελπίζω στην πορεία να έρθουν άλλοι μελετητές που με τη χρονική απόσταση θα δουν πιο αντικειμενικά και ουδέτερα το θέμα. Εγώ δεν είμαι ουδέτερος· αντίθετα, είμαι βουτηγμένος όλος μέσα στο θεσμό. Όμως η συγκέντρωση των στοιχείων –και άλλων που στην πορεία θα ανακαλυφθούν– θα είναι ο μπούσουλας πάνω στα οποία θα στηριχθεί ο μελλοντικός μελετητής.

Στην παρουσίαση του βιβλίου της 1ης έκδοσης, που έγινε στα γραφεία της Ο.Ε.Φ.Ε. τη μέρα της σχολικής γιορτής των τριών Ιεραρχών (30 Ιανουαρίου 2006), είχα δώσει την υπόσχεση ότι θα ακολουθήσει νέα  έκδοση του βιβλίου, με πιο οργανωμένη μορφή.

Τότε, στη μικρή μου εισήγηση, διατύπωσα την υπόθεση ότι φροντιστήρια ή παρόμοιοι θεσμοί υπάρχουν στην Ελλάδα από τις τελευταίες δεκαετίες του δέκατου ένατου αιώνα. Αυτό στην πρώτη έκδοση ήταν ένας λογικός ισχυρισμός, χωρίς όμως να στηρίζεται με στοιχεία, με παραδείγματα, με διευθύνσεις, με ονόματα εκπαιδευτικών. Σήμερα, καλύπτω αυτήν την έλλειψη θεμελιώνοντάς την με δημοσιεύματα και διαφημίσεις εφημερίδων της εποχής. Δυστυχώς, οι χρονικές αποστάσεις είναι μεγάλες: προσωπικές αφηγήσεις, απομνημονεύματα και προσωπικά αρχεία δεν υπάρχουν ή δεν βρέθηκαν ακόμη. Βασική όμως πηγή αποτελούν τα «σώματα» των εφημερίδων της εποχής –όσα από αυτά είναι προσπελάσιμα.

Βέβαια, μέσα από τις εφημερίδες δεν αναπαράγεται η ζωή. Δίνεται όμως η ατμόσφαιρα, η ιδέα για τις συνθήκες της εποχής. Γι’ αυτό το λόγο, είναι απαραίτητο τα δημοσιεύματα αυτά να τα βλέπει κανείς με κριτική ματιά, να αφαιρεί κατά το δυνατόν τις προχειρότητες και τις υπερβολές της καθημερινής επίκαιρης γραφής, τις αναστολές του εκδότη και διευθυντή της εφημερίδας, τις υστεροβουλίες που φυσικά υπάρχουν και λειτουργούν, τον κοινωνικό περίγυρο, τα επίκαιρα γεγονότα που εξελίσσονται κτλ. Μια στοιχειώδης άμυνα είναι να συνδυάζεις τις ειδήσεις διαφορετικών εφημερίδων της εποχής, που έχουν διαφορετικές τοποθετήσεις στα πολιτικά πράγματα και υποστηρίζουν πολλές φορές αντικρουόμενα συμφέροντα. Τελικά, πιστεύω ότι με τα παραδείγματα που παραθέτω σ’ αυτή την έκδοση, θεμελιώνω την αρχική μου θέση: Τα φροντιστήρια στην Ελλάδα υπάρχουν και λειτουργούν από τον 19ο αιώνα.

Η υπόσχεσή μου για τη χωρική επέκταση της μελέτης του φροντιστηριακού φαινομένου σε όλη την επικράτεια δεν ήταν δυνατόν να υλοποιηθεί από ένα μόνο άνθρωπο. Πρέπει να ομολογήσω ότι η πρόσκλησή μου για εξωτερική βοήθεια δεν βρήκε την ανταπόκριση που αρχικά ανέμενα. Όμως, σ’ αυτή την έκδοση γίνεται ευρύτερη αναφορά στις συνοικίες της Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και τον Πειραιά.

Εκείνο που πρέπει να μας καθησυχάζει είναι ότι με την αναγκαία χρονική καθυστέρηση και την προσαρμογή σε μικρότερη κλίμακα, τα φαινόμενα που συμβαίνουν στην επαρχία παρουσιάζουν αξιόλογες αναλογίες με αυτά της πρωτεύουσας. Ωστόσο, θα άξιζε να αναφερθούν χαρακτηριστικά ονόματα και ειδικές περιπτώσεις. Αυτό θα πρέπει να γίνει από τοπικούς παράγοντες που ενδιαφέρονται και έχουν γνώση πάνω στο θέμα. Η πληθώρα των στοιχείων που συγκέντρωσα στην πορεία της έρευνας  για τα προπολεμικά φροντιστήρια με υποχρεώνουν να τα παρουσιάσω σε ιδιαίτερο τόμο. Επειδή λοιπόν η περίοδος μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο έχει τη δική της ενότητα και αυτονομία, πιστεύω ότι είναι δίκαιος ένας τέτοιος διαχωρισμός.

Η μελέτη των μεταπολεμικών φροντιστηρίων, με τις νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν από τη γενίκευση των εξετάσεων και της συμμετοχής των μαθητών σ’ αυτές, αξίζει μιας περισσότερο αναλυτικής ιστορικής, οικονομικής και κοινωνιολογικής μελέτης. Αυτό θα αποτελέσει αντικείμενο του δεύτερου τόμου, όπου θα τονιστεί η αντίστοιχη γενίκευση των φροντιστηριακών θεσμών σε όλο το μήκος και το πλάτος της επικράτειας.

Η γενική συμμετοχή των μαθητών στις Πανελλαδικές εξετάσεις, τα νέα κοινωνικά φαινόμενα που αναδεικνύονται, βάζουν τα φροντιστήρια σε νέα καθήκοντα για τη συνέχιση της ύπαρξής τους. Για όλα αυτά θα μιλήσουμε στα κεφάλαια που ακολουθούν”.

Ένα συναρπαστικό βιβλίο για την άγνωστη ιστορία της ιδιωτικής παιδείας στη χώρα μας με ντοκουμέντα που για πρώτη φορά συνθέτουν το τοπίο σε μια ταραγμένη κοινωνικά και εκπαιδευτικά περίοδο από το 1860 έως το 1940. Το βιβλίο θα παρουσιασθεί στις 22 Μαρτίου 2008 σε ειδική εκδήλωση στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Συνάντησης Φροντιστών η οποία θα πραγματοποιηθεί στο ξενοδοχείο PARK με τίτλο “ Η Ανατροπή του Ελληνικού Μύθου∙ Διεθνές Φαινόμενο το Φροντιστήριο”

Συγχαρητήρια Λευτέρη και καλή δύναμη για τη συνέχεια!

 

 

 

 

Το Εκπαιδευτικό Απαρτχάιντ και τα Ανάδοχα Σχολεία

Αντιγράφουμε χωρίς σχόλια την ανταπόκριση του Γιώργου Αγγελόπουλου στα ΝΕΑ της Παρασκευής 18 Ιανουαρίου 2008:

Τα ιδιωτικά σχολεία διαιωνίζουν ένα σύστημα απαρτχάιντ στην εκπαίδευση, καθώς παίρνουν την αφρόκρεμα των πιο ικανών μαθητών αποδυναμώνοντας τα δημόσια σχολεία, λέει ο δρ Άντονι Σέλντον, ο οποίος διευθύνει ένα από τα καλύτερα ιδιωτικά σχολεία της Βρετανίας.

O δρ Σέλντον είναι διευθυντής στο Κολέγιο Ουέλινγκτον στο Μπερκσάιρ και θεωρείται αυθεντία στη σύγχρονη βρετανική Ιστορία. Πριν αναλάβει διευθυντής στο Ουέλινγκτον, τον Ιανουάριο του 2006, ήταν διευθυντής από τον Σεπτέμβριο του 1997 στο Κολέγιο Μπράιτον. Επίσης έχει συγγράψει ή έχει επιμεληθεί την έκδοση περισσοτέρων από 25 βιβλίων για τη σύγχρονη Ιστορία, την πολιτική και την εκπαίδευση, είναι βιογράφος του Τόνυ Μπλαίρ και έχει διατελέσει σύμβουλος στη συγγραφή των απομνημονευμάτων αρκετών ακόμη πρώην πρωθυπουργών και υπουργών Εξωτερικών.

Αυτήν την εβδομάδα οι βρετανικές αρχές κάλεσαν τα ιδιωτικά σχολεία να ανοίξουν τις πόρτες τους σε περισσότερα παιδιά που προέρχονται από φτωχές οικογένειες. Τα σχολεία κλήθηκαν να εξασφαλίσουν κονδύλια για να προσφέρουν δωρεάν ή επιδοτούμενες θέσεις σε φτωχούς μαθητές. Θα πρέπει επίσης να εξετάσουν το ενδεχόμενο να μοιραστούν εγκαταστάσεις τους, αλλά και ειδικούς δασκάλους, με τοπικά δημόσια σχολεία όλα αυτά για να διατηρήσουν το καθεστώς φιλανθρωπικών ιδρυμάτων που έχουν βάσει της βρετανικής νομοθεσίας, το οποίο τους επιτρέπει να έχουν φοροαπαλλαγές 100 εκατομμυρίων στερλινών (140 εκατ. ευρώ) τον χρόνο.

Για τον δρα Σέλντον, όμως, η υποχρέωση αυτή των ιδιωτικών σχολείων να χορηγήσουν περισσότερες υποτροφίες για να δικαιολογήσουν το φιλανθρωπικό καθεστώς τους απλώς θα αυξήσει το πρόβλημα των δημόσιων σχολείων, καθώς έτσι οι καλύτεροι μαθητές των σχολείων αυτών θα διοχετευτούν στον ιδιωτικό τομέα. Η προσπάθεια των ιδιωτικών σχολείων να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους μέσω υποτροφιών είναι λάθος, υπογράμμισε ο Σέλντον, καθώς «αποσπούν παιδιά από το κοινωνικό περιβάλλον τους όταν τα παίρνουν από τα δημόσια σχολεία και παράλληλα στερούν τα σχολεία αυτά από τους καλύτερους ακαδημαϊκούς, μουσικούς, αθλητές και μελλοντικούς σταρ».

Ο Σέλντον ζητεί αντίθετα τα ιδιωτικά σχολεία να «υιοθετούν» ολόκληρα δημόσια σχολεία ώστε να μπει ένα τέλος στην ιστορική διαίρεση ανάμεσα στη δημόσια και την ιδιωτική εκπαίδευση. «Συνεχίζουμε να υπάρχουμε μέσα σε μια χρυσή απομόνωση, αποκομμένοι από το βασικό εθνικό εκπαιδευτικό σύστημα και διαιωνίζοντας έτσι το απαρτχάιντ που τόσο έχει βλάψει την εκπαίδευση και την εθνική ζωή στη Βρετανία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο», δήλωσε ο Σέλντον σε ακαδημαϊκό συνέδριο που έγινε πρόσφατα στο Κολέγιο Ουέλινγκτον, αναφερόμενος στο σύστημα της «χωριστής ανάπτυξης» με το οποίο κυβερνήθηκε η Νότια Αφρική από τους λευκούς ρατσιστές.

«Δεν είναι πλέον σωστό τα σχολεία μας να παίρνουν την αφρόκρεμα των μαθητών, τους καλύτερους καθηγητές, τις καλύτερες εγκαταστάσεις, τα καλύτερα αποτελέσματα και τις καλύτερες θέσεις στα πανεπιστήμια», τόνισε ο καθηγητής. «Ο στραγγαλισμός των δημόσιων σχολείων γίνεται έτσι σχεδόν πλήρης».

Το τέλος μιας ιστορικής διαίρεσης πλησιάζει…