Οι έρευνες του ΟΟΣΑ στο πλαίσιο ενός διεθνούς προγράμματος για την αξιολόγηση των μαθητών, (ΡΙSA 2006), καταγράφει για μια ακόμη φορά χαμηλές επιδόσεις των μαθητών της Γ’ Γυμνασίου στην κατανόηση κειμένου, τα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες.
Η ελληνική εκπαίδευση είναι ένας κεκλιμένος πύργος της PISA, που παρά την απειλητική του κλίση δεν πέφτει. Οι έρευνες καταγράφουν μια πραγματικότητα που σοκάρει και αποτυπώνει τα μεγάλα προβλήματα της κατώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η γυμνασιακή βαθμίδα σήμερα έχει εξαφανίσει κάθε έννοια σχολικής εργασίας και μελέτης και έχει καταλύσει κάθε μορφή αξιόπιστης αξιολόγησης. Είναι λογικά τα αποτελέσματα της PISA και έχουν αποτυπωθεί και σε εγχώριες έρευνες που δείχνουν ότι σε ποσοστά άνω του 75% οι απόφοιτοι του Γυμνασίου αδυνατούν να λύσουν μια απλή εξίσωση ή ένα γραμμικό σύστημα. Το τραγελαφικό βέβαια είναι ότι αναδεικνύουμε με πηχαίους τίτλους το ανόμημα των15 χρόνων μαθητών μας αλλά δεν προτάσσουμε το αμάρτημα της μητέρας παιδείας μας που δεν ελέγχεται και δεν αξιολογείται στο πλαίσιο μιας αντίληψης που θεωρεί την αποτίμηση του καθηγητικού έργου ανίερη χειραγώγηση.
Ο πύργος της PISA δεν πέφτει γιατί στο Λύκειο παρά τα συνακόλουθα προβλήματα, η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών συμπληρώνει γνώσεις και αποκτά δεξιότητες με την παράλληλη απογευματινή φροντιστηριακή στήριξη. Οι μαχόμενοι δάσκαλοι στο ελληνικό φροντιστήριο γνωρίζουν πολύ καλά τις ελλείψεις των μαθητών που υποδέχονται στην Α’ και Β’ Λυκείου.
Η προσπάθεια όλων μας στο Λύκειο επικεντρώνεται σε προαπαιτούμενες γνώσεις της προηγούμενης βαθμίδας και με την αποτελεσματική συνδρομή του φροντιστηριακού μαθήματος που καλείται να υποβοηθήσει τους υψηλούς διδακτικούς στόχους του Λυκείου, οι επιδόσεις των μαθητών μας βελτιώνονται σημαντικά.
Η εκτίμηση ότι τα αποτελέσματα ενός αντίστοιχου προγράμματος αξιολόγησης για του μαθητές της Γ’ Λυκείου θα ήταν διαφορετικά είναι αίσθηση πολλών συναδέλφων. Σε κάθε περίπτωση όμως οι επιδόσεις των μαθητών μας κάθε χρόνο στις Πανελλαδικές προβληματίζουν και επαυξάνουν τις ευθύνες όλων μας.
Η κατάταξη πάντως του ελληνικού σχολείου δεν μπορεί να αποδίδεται συστηματικά στην έλλειψη χρηματοδότησης. Στο απέναντι σχολικό συγκρότημα τα εργαστήρια της Φυσικής και της Πληροφορικής στοίχησαν στην ελληνική πολιτεία μισό εκατομμύριο ευρώ και μάλλον υπολειτουργούν.
Ας αφήσουμε στην άκρη την καραμέλα της υποχρηματοδότησης γιατί στον κατάλογο της PISA υπάρχουν χώρες σε πολύ υψηλότερη θέση με συναφείς εκπαιδευτικές δαπάνες.
Ας αποστούμε και από την αντίληψη ότι το σημερινό σχολείο είναι χειρότερο από εκείνο που φοιτούσαμε εμείς. Το σχολείο είναι, σήμερα, ασφαλώς καλύτερο και πιο δημοκρατικό αλλά οι κοινωνικές απαιτήσεις και προσδοκίες έχουν πολλαπλασιαστεί.