Η αέναη παράταση του διαλόγου οδηγεί στον εκφυλισμό του και στην τραγωδία˙ θυμάμαι τους ομηρικούς καβγάδες στα μεγάλα παρατεταμένα οικογενειακά γλέντια όταν η επήρεια του οίνου χαλάρωνε τις συμπεριφορές και απελευθέρωνε ακραία συναισθήματα. Ο θείος Μαρίνος Ελλασίτης και Μακρονησιώτης και ο θείος Γιάννης της ταξιαρχίας του Ρίμινι σε κλάσματα του δευτερολέπτου μετέτρεπαν τη γιορτή σε πανδαιμόνιο προς τέρψη ημών των μικρών που υπομονετικά επί ώρες αναμέναμε την έκρηξη και το θέαμα.
Η δημόσια διαβούλευση για τα εκπαιδευτικά μας δρώμενα για μια ακόμη φορά απέκτησε τα χαρακτηριστικά του αγοραίου θεάματος.
Αλίμονο σ’ εκείνους που επιχειρούν να διατυπώσουν συγκεκριμένες και εξειδικευμένες προτάσεις˙ οι διαπιστώσεις μιας θλιβερής πραγματικότητας και οι προτεινόμενες λύσεις εγείρουν τον καταγγελτικό λόγο απόψεων υποτεταγμένων σε ξεπερασμένα κρατικιστικά ιδεότυπα. Οι καταγγελείς που ποινικοποιούν τις διαφορετικές προτάσεις χωρίς ποτέ να εκφέρουν πειστικό και δομημένο αντίλογο γνωρίζουν πολύ καλά την τεχνική της ακύρωσης μη αρεστών λύσεων.
Οι ίδιοι άνθρωποι που καταγγέλλουν την άλωση του δημόσιου Πανεπιστήμιου από τον αδιόρατο εχθρό της ιδιωτικοποίησης απολαμβάνουν τα δίδακτρα των μεταπτυχιακών και τις παχυλές αντιμισθίες του τρισκατάρατου ιδιωτικού τομέα.
Οι ίδιοι αναλυτές και πολιτικοί που λίγα χρόνια πριν κατήγγειλαν τις εξετάσεις της Β΄ Λυκείου ως εξοντωτικές έρχονται σήμερα να αποδώσουν τις χαμηλές επιδόσεις των τελειοφοίτων στο γεγονός της κατάργησης τους.
Οι ίδιοι επικριτές του συστήματος πρόσβασης που επιτρέπει σε μαθητές με 1,5 στην εικοσάβαθμη κλίμακα και να εισάγονται στο Πανεπιστήμιο, με την ίδια άνεση ένα χρόνο αργότερα επικρίνουν την βαθμολογική βάση.
Οι οπαδοί ενός ιδιότυπου κρατισμού που ονειρεύονται ακόμα τον μηδενισμό της ιδιωτικής συνιστώσας και παθαίνουν αναφυλαξία στις λέξεις «επιχειρηματικότητα», «καινοτομία», «ιδιωτικοποίηση» ανακαλύπτουν με περισσή ευκολία σε μια φορτισμένη συγκέντρωση τα χαρακτηριστικά του κινήματος! Η «γενιά του άρθρου 16» είναι άραγε μια συναισθηματική επίκληση των συνειρμικών αντιστοιχίσεων με την «γενιά του 114 και του 15»;
Οι διαφωνίες που πομπωδώς καταγράφονται στις πορείες, τις διαδηλώσεις και στα παράθυρα των τηλεοπτικών σταθμών αμβλύνονται στις αίθουσες του νηφάλιου διαλόγου και αναδεικνύουν τις δυσκολίες για μια ρεαλιστική πρόταση. Είμαστε όλοι έτοιμοι να σχολιάσουμε τις απόψεις των άλλων και να τις ενοχοποιήσουμε αλλά νιώθουμε παντελώς ανέτοιμοι να διατυπώσουμε δομημένα, βασανιστικά και τεχνοκρατικά την δική μας πρόταση χωρίς να καταφεύγουμε στις γενικότητες και τις αοριστολογίες της ξύλινης γλώσσας.
Ο διάλογος πρέπει να οδηγεί στην λήψη της απόφασης με την ευρύτερη δυνατή συναίνεση και τα κόμματα οφείλουν να προσέλθουν στον διάλογο με προτάσεις και λύσεις.
Διαφορετικά θα οδεύουμε από το «κάτσε καλά Γεράσιμε…» στις ευρηματικές ατάκες του λαϊκισμού «Μαριέττα Γιαννάκου την πορεία άκου˙ και ρώτα τον Αρσένη τι σε περιμένει…».
Τα συνθήματα όμως δεν ακυρώνουν την Μαριέττα και τον Γεράσιμο αλλά την πολιτική στο σύνολό της ως τέχνη του εφικτού˙ κελεύσματα των μετρίων μας μετατρέπουν σε ουραγούς.